18 Απρ 2014

Η Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδος για το ρατσιστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης και του κ. Αθανασίου

Εκπροσωπώντας την Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδος στη συζήτηση που έλαβε χώρα στις 28 Νοεμβρίου 2013, στην αρμόδια για το υπό διαβούλευση «αντιρατσιστικό νομοσχέδιο» Επιτροπή της Βουλής, παρουσία Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Αθανασίου, βουλευτών και εκπροσώπων περίπου 17 ενδιαφερόμενων φορέων, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ποντιακών Σωματείων Νοτίου Ελλάδος και Νήσων της Π.Ο.Ε. Γεώργιος Βαρυθυμιάδης είπε στην τοποθέτησή του τα ακόλουθα: 
      "Κύριε Πρόεδρε, κύριοι βουλευτές, 
      Το νομοσχέδιο που έρχεται σήμερα στη Βουλή προς συζήτηση - το λεγόμενο αντιρατσιστικό πλην όμως καθαρά ρατσιστικό -, προφανώς δεν επιδέχεται τις ίδιες δικαιολογίες που προβάλλονται όσον αφορά τα οικονομικά θέματα… το οικονομικό χρέος, για το οποίο πολύς λόγος τελευταία. 
      Εδώ διακυβεύεται η τιμή των σύγχρονων Ελλήνων και ένα άλλο χρέος, ένα χρέος προς τους Έλληνες που έσωσαν την τιμή του έθνους χάνοντας πατρώα γη, περιουσίες, ακόμα και τη ζωή τους, για τη χριστιανική τους πίστη και για την εθνική καταγωγή τους. 
       Υπήρξαν, τις πρώτες δύο δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα, οι Έλληνες, οι Αρμένιοι και οι Ασσύριοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας - όλοι αυτόχθονες μη μουσουλμανικοί λαοί της Ανατολής-, τα πρώτα θύματα ρατσισμού στη σύγχρονη ιστορία της Ανθρωπότητας. 
      Ο Δικτάτορας που διέπραξε το έγκλημα της Γενοκτονίας των χριστιανικών λαών της Ανατολής, ο Μουσταφά Κεμάλ, αποτέλεσε πρότυπο για τον Αδόλφο Χίτλερ, που λίγες δεκαετίες μετά επανέλαβε το έγκλημα, εις βάρος των Εβραίων αυτή τη φορά. 
      Όμως το σημαντικότερο είναι πως η ατιμωρησία του Κεμάλ, η παθητική στάση -μέχρι συνενοχής- της διεθνούς κοινότητας όπλισαν το χέρι του Χίτλερ κατά των Εβραίων αλλά και όλων των λαών που υπήρξαν θύματα του ναζισμού κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταξύ αυτών και οι Έλληνες. Απόδειξη αυτού, η απάντησε που έδωσε ο ηγέτης των ναζί, όταν κάποιοι κομματικοί του φίλοι πρόβαλαν ενστάσεις για την πολιτική του. 
     «Στο κάτω-κάτω ποιος θυμάται σήμερα τους Αρμενίους;», ρώτησε ο Χίτλερ … 
      Η εμπειρία αυτή, η επίγνωση δηλαδή ότι η ατιμωρησία φέρνει την επανάληψη του εγκλήματος, ότι «η αδικία οπουδήποτε είναι απειλή για τη δικαιοσύνη παντού» (κατά τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ), αλλά και ότι τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας -όπως είναι η γενοκτονία- δεν παραγράφονται, μεταφέρει σε όλες τις επόμενες γενιές το βάρος αυτής της ατιμωρησίας, μέχρι τις μέρες μας. 
     Η Ελληνική Βουλή, σε μια κίνηση αναγνώρισης του εγκλήματος της Γενοκτονίας που διαπράχθηκε εις βάρος των Ελλήνων και των Αρμενίων από τους Νεότουρκους και κεμαλιστές, ψήφισε το έτος 1994 αντίστοιχο νόμο και καθόρισε με προεδρικό διάταγμα τις εκδηλώσεις Μνήμης της Γενοκτονίας. 
      Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι -επικαλούμενοι τους νόμους αυτούς!- οι πρωθυπουργοί μας αρνούνται να καταθέτουν στεφάνι στη μνήμη του γενοκτόνου Κεμάλ κατά τα διπλωματικά ταξίδια στην Άγκυρα, μια τιμή που οι γενοκτονημένοι πρόγονοί μας, 20 χρόνια τώρα από την απόφαση της Βουλής, δεν αξιώθηκαν! 
       Ή μήπως σημαίνει ότι η κυβέρνησή μας -επικαλούμενη τους νόμους αυτούς!- δεν επιτρέπει την πραγματοποίηση -και αντιθέτως παραβρίσκεται δια των πλέον επίσημων εκπροσώπων της- σε εκδηλώσεις αφιερωμένες στον ιδρυτή της λεγόμενης Τουρκικής Δημοκρατίας, στη Θεσσαλονίκη, στη Θράκη, ακόμα και στο Ζάππειο Μέγαρο! 
       Και ερχόμαστε στο σήμερα, να συζητάμε για άλλη μια φορά για ένα «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το οποίο, αντί να καταπολεμήσει αυτό που υποτίθεται ότι επιδιώκει, μάλλον θα επιφέρει ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα, εκτός κι αν κάποιοι κύκλοι εντός και εκτός Ελλάδας επιδιώκουν κάτι τέτοιο. Δεν θέλουμε να το πιστέψουμε αυτό - μας αναγκάζετε, όποιος το επεξεργάστηκε και όποιος επέτρεψε να φτάσουμε στο σημείο να στεκόμαστε εδώ μπροστά σας και να κάνουμε εκ νέου την ερώτηση: 
       «Τελικά ποιος θυμάται σήμερα τους Έλληνες του Πόντου, της Μικράς Ασίας και τους Αρμενίους;» Τελικά, η Βουλή, η οποία είναι φύλακας του Συντάγματος και της Δημοκρατίας, μήπως χρειάζεται η ίδια συνεχώς έναν φύλακα - διότι με νομοσχέδια σαν κι αυτό μάς κάνετε να είμαστε συνεχώς σε επιφυλακή!- ώστε -συρόμενη από τους κεμαλιστές και ισλαμιστές φασίστες και τους εν Αθήναις και Θεσσαλονίκη συνοδοιπόρους τους και συνομιλητές των γνωστών πρεσβειών!- να μην ψηφίσει άλλο ένα αντιδημοκρατικό, αντεθνικό νόμο, που στερείται δικαιοσύνης, σεβασμού στην ανθρώπινη ζωή, επίγνωσης της ιστορίας του έθνους και της παγκόσμιας ιστορίας; 
     Απαιτούμε λοιπόν κάτι πολύ τιμητικό για σας, κύριοι βουλευτές: να ενισχύσετε την αξία των αποφάσεων που οι ίδιοι έχετε ψηφίσει και στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, στο σημείο: Γι’ αυτό άλλωστε οι πράξεις αυτές τιμωρούνται μόνον εφ’ όσον έχουν αναγνωριστεί ως εγκλήματα με αμετάκλητη απόφαση είτε ελληνικού είτε διεθνούς δικαστηρίου να προσθέσετε είτε με απόφαση της Ελληνικής Βουλής. 
        Διαφορετικά, εάν ψηφιστεί το νομοσχέδιο ως έχει, το μόνο που θα μπορούμε να αισθανόμαστε εμείς αλλά και εσείς, είναι ντροπή απέναντι στους προγόνους μας, στον ηρωισμό και τη θυσία των οποίων χρωστούμε τη ζωή και την ελευθερία μας. 
      "Μην αφήσετε προπάντων αυτό το χρέος ανεκπλήρωτο." 
       Στη δευτερολογία του ο Πρόεδρος του ΣΠΟΣ, απαντώντας στις αντιδράσεις των βουλευτών και στην κατηγορία που εξέλαβαν ότι τους απευθύναμε, ότι είναι «Τουρκόφιλοι», όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε, και «κεμαλιστές», είπε: 
      «Εμείς αναγνωρίζουμε τις προσπάθειες κάποιων βουλευτών να ενταχθεί η ποινικοποίηση της άρνησης και των γενοκτονιών που ψηφίστηκαν από την Ελληνική Βουλή στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο και τους ευχαριστούμε. Δεν αποκαλέσαμε κανέναν Τουρκόφιλο και έχουμε γραπτώς την εισήγησή μας. Όμως δεν μπορούμε να παραβλέπουμε την τεράστια προσβολή στο πρόσωπο των προγόνων μας αλλά και των σύγχρονων Ελλήνων όταν πρωθυπουργοί μας καταθέτουν στεφάνι στο μνημείο του Κεμάλ, ή όταν ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης σχεδιάζει την ονοματοθεσία οδού προς τιμήν του σφαγέα μας, ή όταν εγκαινιάζουμε στην προσφυγομάνα Θεσσαλονίκη το Μουσείο Κεμάλ με τιμητικές δηλώσεις προς τον εξολοθρευτή του Ελληνισμού της Ανατολής, ή όταν αρνούνται την παραχώρηση της Πλατείας Αγ. Σοφίας στην Ομοσπονδία μας για επίσημη εκδήλωση Μνήμης. 
     Αλλά και εδώ στην Αθήνα, κάνουμε διαβουλεύσεις επί διαβουλεύσεων για να τοιχοκολλήσουμε, στο πλαίσιο της ειρηνικής πορείας διαμαρτυρίας, το ψήφισμα προς την Τουρκική Πρεσβεία και μας αναγκάζει το κράτος μας να το κολλήσουμε μόνο σε δένδρο ένα στενό πιο κάτω. Όλες αυτές οι ενέργειες εκ μέρους της Πολιτείας μας προσβάλλουν και υπονομεύουν τον αγώνα μας, που δεν τον κάνουμε θεωρητικά, από τον καναπέ, αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις για την τιμή και δικαίωση των προγόνων μας. Σε κάθε περίπτωση, εμείς δεν είμαστε κατά της φιλίας των λαών και δεν μας τρομάζει ο χαρακτηρισμός Τουρκόφιλος, εφόσον στηρίζεται στην αναγνώριση της ιστορικής αλήθειας και στον αλληλοσεβασμό.»