25 Απρ 2016

Ο Μπαλτάς «τίναξε στον αέρα» επένδυση στα Αφάντου Ρόδου

Το πρώτο και μοναδικό πρόγραμμα αποκρατικοποίησης περίμενε δύο χρόνια τις άδειες για να μπει σε φάση υλοποίησης - Έχει χαρακτηριστεί ως προαπαιτούμενο για την αξιολόγηση του Κουαρτέτου - Κηρύχθηκε αρχαιολογική ζώνη έκταση 10.000 στρεμμάτων, όταν η Αρχαία Ολυμπία είναι 6.500 στρέμματα 
        Πράξη καταστροφική με πολυεπίπεδες επιπτώσεις όχι μόνο για το νησί της Ρόδου, αλλά, γενικότερα, για ολόκληρη την χώρα, χαρακτήρισε ο Περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου κ. Γιώργος Χατζημάρκος την απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού να χαρακτηρίσει ως αρχαιολογική ζώνη έκταση 10.000 στρεμμάτων στο Γκολφ Αφάντου, η οποία ματαιώνει την εν εξελίξει διαδικασία αξιοποίησης της περιοχής. 
         Στην διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο κ. Χατζημάρκος είπε: «Το νησί της Ρόδου περιμένει επί δεκαετίες την αξιοποίηση του Γκολφ Αφάντου, που τόσο έχει ανάγκη. Μια επένδυση που πέρασε δια πυρός και σιδήρου, τινάζεται στον αέρα, λίγο πριν μπει στην φάση της υλοποίησης. Πρόκειται για μια εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη. Προκαλεί σοκ η επιπολαιότητα με την οποία ελήφθη, χωρίς εκείνοι που την έλαβαν να αντιλαμβάνονται το κακό που κάνουν στη Ρόδο, αλλά και στην Ελλάδα συνολικά. Η ελληνική πολιτεία με αποφάσεις όπως αυτή, στέλνει διεθνώς το καθόλα αρνητικό μήνυμα της έλλειψης σοβαρότητας που αγγίζει τα όρια της φαιδρότητας και της γελοιοποίησης, ενώ παράλληλα συμβάλλει στην εμπέδωση ενός εχθρικού επενδυτικού περιβάλλοντος και δείχνει τον δρόμο της φυγής σε κάθε πιθανό επενδυτή, σε μια περίοδο που η χώρα έχει ανάγκη τις επενδύσεις για να βγει από το τέλμα». 
          «Αν η απόφαση αυτή, που καμμία λογική δεν την υπαγορεύει, παρά μόνο η ανοησία και η επικίνδυνη ιδεοληψία ανθρώπων που αρνούνται πεισματικά να δουν την πραγματικότητα, δεν ανακληθεί άμεσα, θα έχει εγκληματικές επιπτώσεις για το νησί της Ρόδου και για την αναπτυξιακή προοπτική του, την ώρα μάλιστα που η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου καταβάλλει τιτάνια προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων για την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας», ανέφερε ο κ. Χατζημάρκος και πρόσθεσε ότι: «ενώ η χώρα κρέμεται στην άβυσσο από μια κλωστή, κάποιοι μέσα στην κυβέρνηση, προσκολλημένοι στο παρελθόν, χωρίς καμμία συναίσθηση της πραγματικότητας, προτιμούν να επιδίδονται σε ληστρικές φορολογικές επιδρομές, να εξαντλούν την ελληνική κοινωνία με συνεχή μέτρα λιτότητας και να προτάσσουν παρωχημένες και ξεπερασμένες από την ίδια τη ζωή αντιλήψεις, αντί να δουν σοβαρά και με την υπευθυνότητα που απαιτούν οι περιστάσεις τις επενδύσεις, ως την μόνη διέξοδο από την κρίση». 
          Ως προς τις επιπτώσεις που θα επιφέρει η απόφαση του υπουργείου για το νησί της Ρόδου, ο κ. Χατζημάρκος τόνισε: «Το νησί γίνεται και πάλι στόχος, δέχεται ένα ακόμη πλήγμα στα τόσα που έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια. Αποφάσεις έωλες, αστήρικτες και καταστροφικές για την κοινωνία, την οικονομία και την ανάπτυξη, όπως αυτή για το Γκολφ Αφάντου, έφεραν τα νησιά του Νοτίου Αιγαίου στο χειρότερο σημείο των τελευταίων δεκαετιών, να έχουν χάσει το μεγαλύτερο ποσοστό του κατά κεφαλήν ΑΕΠ από όλες τις Περιφέρειες της Ευρώπης. Δυστυχώς συνεχίζουν ακάθεκτοι και με μανία καταστροφική. Και σε αυτήν την πρόκληση που δέχεται ο τόπος, θα κάνουμε για μια ακόμη φορά το χρέος μας, υπερασπιζόμενοι το μέλλον και την προοπτική του». 
       Ήδη ο κ. Χατζημάρκος απέστειλε επιστολή προς την κυβέρνηση, απευθυνόμενος στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης κ. Γιάννη Δραγασάκη, στους Υπουργούς Επικρατείας κκ Νίκο Παππά και Αλέκο Φλαμπουράρη, στον Υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, στον Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού κ. Γιώργο Σταθάκη, στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών κ. Τρύφωνα Αλεξιάδη και την Αναπληρώτρια Υπουργό Τουρισμού κ. Έλενα Κουντουρά, όπου αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: 
        «Μια απλή εξέταση του χάρτη που συνοδεύει την εν λόγω απόφαση, καταδεικνύει ότι πλέον έχει χαρακτηριστεί ως αρχαιολογικός χώρος το σύνολο της προς αξιοποίηση έκτασης που αφορά στην επένδυση, γεγονός που δεν μπορεί να διαφεύγει της γνώσης των εμπνευστών της εν λόγω απόφασης ότι θέτει σε αμφισβήτηση το σύνολο του εγχειρήματος, για το οποίο η Κυβέρνηση έχει αναλάβει την δέσμευση να υλοποιήσει. 
         Ευελπιστούμε ότι έστω τώρα, την ύστατη στιγμή, θα γίνουν αντιληπτές οι καταστροφικές επιπτώσεις της ανωτέρω απόφασης του Υπουργείου Πολιτισμού και θα γίνουν οι αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες, άλλως πραγματικά αναρωτιόμαστε τι πια μπορούμε να περιμένουμε από μια τέτοια Πολιτεία... 
        Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η αξιοπιστία της πατρίδας μας είναι μία υπόθεση και ένας στόχος που μας αφορά όλους». 
          Το σήριαλ Αφάντου 
       Αρχίζοντας αντίστροφα, από τα πιο πρόσφατα γεγονότα, πέρυσι περίπου τέτοια εποχή η ίδια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είχε συμπεριλάβει την αξιοποίηση των Αφάντου στον κατάλογο με τις αποκρατικοποιήσεις που θα διεκπεραίωνε το ΤΑΙΠΕΔ. Συγκεκριμένα, τα Αφάντου θα συνεισέφεραν 21 εκ. ευρώ το 2015 και άλλα τόσα το 2016. Σήμερα όμως ματαιώνεται επί της ουσίας οποιαδήποτε πρόοδος και τα Αφάντου επιστρέφουν στο σημείο μηδέν, εκεί όπου έχουν βαλτώσει για ένα διάστημα που πλέον ξεπερνά τον μισό αιώνα. Και ενώ υποτίθεται ότι η κυβέρνηση επείγεται όσο ποτέ άλλοτε για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, τρόπον τινά βάζει τρικλοποδιά στον εαυτό της, διαγράφοντας από τον κατάλογο μια επένδυση όπως τα Αφάντου που βρισκόταν σε τελικό στάδιο υλοποίησης. 
      Υπενθυμίζεται ότι ο Ελληνοαμερικανός επενδυτής Μερκούριος «Μάικ» Αγγελιάδης είχε χρηματοδοτήσει με 1 εκ. ευρώ την εκπόνηση μελέτης για μια πρότυπη αξιοποίηση του Γκολφ Αφάντου. Η επένδυση που οραματίζεται ο κ. Αγγελιάδης ήταν της τάξης των 400-500 εκ. ευρώ και περιελάμβανε τη δημιουργία σύγχρονων τουριστικών εγκαταστάσεων, μονάδων αποκατάστασης ασθενών με χρόνιες παθήσεις, πλήρη αναδιαμόρφωση και ανακαίνιση του γκολφ κ.λπ. 
        Το παράδοξο με τα Αφάντου ήταν ότι, μάλλον ανέκαθεν, μάγευε τους επισκέπτες τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχει μια γκραβούρα, ένα σκίτσο φιλοτεχνημένο με την τεχνοτροπία των μεσαιωνικών χαρτών, η οποία δίπλα στην ετικέτα «Il Golf di Rodi» απεικονίζει το πώς οι Ιταλοί -περίπου κατά την περίοδο 1912-1939, όταν τα Δωδεκάνησα τελούσαν υπό την κατοχή τους- φαντάζονταν την περιοχή στ' Αφάντου. Ό,τι και εάν είχαν στο μυαλό τους οι Ιταλοί, το Γκολφ Αφάντου θεμελιώθηκε επί χούντας, με την έκταση να έχει παραχωρηθεί στον ΕΟΤ το 1970, ενώ οι απαλλοτριώσεις εκ μέρους του δημοσίου είχαν αρχίσει από το 1962. Το δικτατορικό καθεστώς ολοκλήρωσε την απορρόφηση της γης από τους τοπικούς μικροκτηματίες και ακολούθως ανέθεσε σε έναν άνθρωπο που θεωρείτο αυθεντία στο είδος του, τον Βρετανό Don Harradine, να σχεδιάσει ένα σύγχρονο για την εποχή γήπεδο γκολφ. Παράλληλα, η χούντα χρηματοδότησε την κατασκευή των εγκαταστάσεων εντός και πέριξ του κλαμπ -αν και η αποκατάσταση της δημοκρατίας διέκοψε την υλοποίηση των σχεδίων, επ' αόριστον. 
            Το ενδιαφέρον του Κωνσταντίνου Καραμανλή 
           Έστω και χωρίς την κατάλληλη υποδομή για τη φιλοξενία ή τις βέλτιστες εγκαταστάσεις, το Γκολφ Αφάντου επισήμως λειτουργεί από το 1973. Όταν το είχε επισκεφθεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το 1974, όντας πρωθυπουργός, είχε ενθουσιαστεί με την τοποθεσία και, διακρίνοντας ενδεχομένως τις δυνατότητες που διέθεταν τα Αφάντου, ζήτησε από τον στενό του συνεργάτη και γενικό γραμματέα του ΕΟΤ, τον Τζαννή Τζαννετάκη, να φροντίσει για την άμεση αξιοποίησή του. Ωστόσο, θα περνούσαν τρία χρόνια πριν ο ΕΟΤ, με τον Παναγιώτη Λαμπρία ως επικεφαλής, θα εξήγγειλε κάποιο σχέδιο ανάπτυξης για τα Αφάντου. 
         Και θα περνούσαν άλλα τρία χρόνια έως ότου, το 1980, ο Ελληνοαμερικανός Πιτ Ταβουλαρέας, ένας από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους της παγκόσμιας αγοράς πετρελαιοειδών και πρόεδρος της Mobil Oil, θα εξεδήλωνε έντονο ενδιαφέρον προκειμένου να αναλάβει την ανάδειξη και εκμετάλλευση των Αφάντου. Το τότε ανερχόμενο προς την εξουσία ΠΑΣΟΚ, κατήγγειλε μια κρυφή και μάλλον σκοτεινή συμφωνία ανάμεσα στον ΕΟΤ -ή την κυβέρνηση του Γεωργίου Ράλλη- και τον Ταβουλαρέα, σύμφωνα με την οποία τα Αφάντου θα παραχωρείτο αντί 40 εκ. δραχμών για 120 χρόνια. 
       Φυσικά, όταν το ΠΑΣΟΚ, μετά από τις εκλογές του 1981 ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, ακύρωσε την όποια συμφωνία, επαναφέροντας τα Αφάντου στην αιωνίως μετέωρη κατάστασή τους, μεταξύ πρόθεσης για ανάπτυξης και εγκατάλειψης. Παράλληλα, στο πνεύμα των «κοινωνικοποιήσεων» κατά την ορολογία της εποχής και ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, ο ΕΟΤ κατά την περίοδο 1982-1987 αποπειράθηκε για άλλη μία φορά να αποπερατώσει το έργο που είχε θεμελιωθεί επί χούντας -αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Κατόπιν το ενδιαφέρον ατόνησε ξανά για μερικά χρόνια, πριν αναθερμανθεί το 1990, επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και ήταν ακριβώς τότε που ο Μερκούριος Αγγελιάδης είχε εκφράσει μέσω μιας επιστολής του προς τον πρωθυπουργό, την πρόθεσή του να μετάσχει σε πιθανή προσπάθεια αξιοποίησης των Αφάντου, γνωστοποιώντας την ταυτότητα και την υποψηφιότητά του. 
         Στην επόμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, το 1993, η περιοχή χωροθετήθηκε λεπτομερώς και της αποδόθηκαν συγκεκριμένες προδιαγραφές δόμησης, κάτι που, παρόλες τις παλινωδίες και τις τροποποιήσεις, προσέλκυσε ξένους επενδυτές. Οι οποίοι με τη σειρά τους αποθαρρύνθηκαν από τη στάση του ελληνικού κράτους, το οποίο, το 1998 αποφάσισε να κηρύξει με συνοπτικές διαδικασίες άγονο τον σχετικό διαγωνισμό που είχε προκηρυχθεί. 
          Κόψιμο της επένδυσης με Μπαλτά 
         Τα επόμενα χρόνια, ουσιαστικά ως την ίδρυση του ΤΑΙΠΕΔ, το 2011, ακολούθησε μια αλληλουχία εκδήλωσης ενδιαφέροντος από διάφορους ισχυρούς παράγοντες, ελληνικών και μη συμφερόντων αλλά διεθνούς βεληνεκούς, υπήρξαν νέοι διαγωνισμοί, αλλεπάλληλες μεταβολές στο καθεστώς διαχείρισης και τους όρους δόμησης, αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας για τα προτεινόμενα σχέδια αξιοποίησης, ακυρώσεις, αναβολές, ατέρμονοι διαξιφισμοί κ.ο.κ. Ώσπου, ανέλαβε ο νυν υπουργός πολιτισμού, ο κ. Αριστείδης Μπαλτάς, ο οποίος με την αποφασιστικότητα που επέδειξε πχ στην υπόθεση Γιάν Φαμπρ και την καταστροφή του Φεστιβάλ Αθηνών, δημιούργησε άλλο ένα τεράστιο πρόβλημα, εγκρίνοντας τον χαρακτηρισμό της συνολικής έκτασης στ' Αφάντου συλλήβδην ως αρχαιολογικό στο σύνολό του. Ενάντια σε κάθε λογική, η επένδυση «παγώνει» οριστικά, καθώς η συγκεκριμένη περιοχή της Ρόδου, αίφνης, εις το όνομα της αρχαιολογικής του αξίας, τα Αφάντου αποκτούν μεγαλύτερη σημασία σαν «άβατο» για επενδύσεις ακόμη και σε σύγκριση με την αρχαία Ολυμπία -έστω και χωρίς την απαραίτητη τεκμηρίωση. Διερμηνεύοντας τα πιο οπισθοδρομικά και ιδεοληπτικά αριστερότροπα σύνδρομα, ο κ. Μπαλτάς αυτή τη φορά παρενέβη στην ίδια την αξιολόγηση, δυναμιτίζοντας απευθείας ένα από τα προαπαιτούμενα, δηλαδή την πολύπαθη επένδυση στα Αφάντου.