20 Απρ 2015

ΣΗΦΗΣ Ο ΑΦΡΙΚΑΝΟΣ

Μια φορά κι έναν καιρό, στο Νείλο ζούσε ένας μικρός κροκόδειλος. Ήταν ένα από τα 30 αυγά που η άσπλαχνη μαμά κροκοδειλίνα είχε παρατήσει σε μια αμμουδερή όχθη του ποταμού για να επωασθούν και να μεγαλώσουν μόνα τους. Ετσι κάνουν οι κροκοδειλίνες, πού καιρός ν’ ασχοληθούν οι ίδιες με τους απογόνους τους και για τους μπαμπάδες κροκόδειλους βέβαια ούτε λόγος! Άλλωστε δεν έχουν μείνει και πολλοί του είδους, τους κυνηγούν βλέπετε για το πολύτιμο δέρμα τους. Κι αυτοί πάλι κρύβονται για να γλυτώσουν και να μην καταλήξουν τσάντες, πορτοφόλια και ζώνες στην αγορά του Αλ-Χαλίλι στο Κάϊρο ή σε διάφορες Ευρωπαϊκές μπουτίκ πολυτελείας. 
          Ετσι και ο φίλος μας, μαζί με όσα αδελφάκια του επέζησαν, πλατσούριζε στα νερά του θεού-ποταμού και μεγάλωνε τρώγοντας αρχικά βατραχάκια κι αργότερα μικρά ζωάκια και υδρόβια πουλιά που ζύγωναν στο λημέρι του για να ξεδιψάσουν. Ώσπου μια μέρα έπεσε στα δίχτυα κάποιων λαθροκυνηγών που τον έβαλαν σ’ ένα κιβώτιο και ύστερα από ένα μακρύ ταξίδι κλεισμένος στο σκοτεινό αμπάρι ενός πλοίου, έφτασε σε μια χώρα της Ευρώπης που τη λένε Ελλάδα. Μια μικρή χώρα που δεν έχει ούτε μεγάλα ποτάμια ούτε μεγάλες λίμνες ούτε καν ζωολογικούς κήπους και όπου ο καιρός δεν είναι ζεστός όλο το χρόνο όπως στην πατρίδα του την Αίγυπτο. 
      Σ’ αυτήν τη μικρή ένδοξη χώρα, κάποια χρόνια πριν, οι κάτοικοι ζούσαν σαν… μπέηδες χάρη στις επιδοτήσεις, τα ΜΟΠ και τα λοιπά αγαθά από το άρμεγμα της παχιάς Ευρωπαϊκής αγελάδας κι αντί να αναπτύξουν την παραγωγή τους και γενικότερα τον τόπο τους, ξόδευαν τα λεφτά τους υιοθετώντας όχι τις ευρωπαϊκές πρακτικές αλλά κάποιες πολυδάπανες ξενόφερτες συνήθειες. 
      Μια απ’ αυτές ήταν και η αγορά εξωτικών οικιακών ζώων. Έτσι λοιπόν γέμισε ο τόπος από «τρέντυ» PET-SHOPS που πουλούσαν από μικρά ζωάκια και πουλιά όπως χαμστεράκια, χελωνάκια, παπαγαλάκια μέχρι έντομα και ερπετά όπως ταραντούλες, ιγκουάνα και φίδια που αντικατέστησαν τους παραδοσιακούς Αζόρ, τις Ψιψίνες και τις καρδερίνες στα σπίτια των νεόπλουτων όλης της επικράτειας εις επίρρωση της ρήσης του μέγα Σουρή ότι ο Νεοέλληνας «φοράει στο ένα πόδι λουστρίνι και στ’ άλλο τσαρούχι»! 
       Κάπως έτσι και το κροκοδειλάκι που λέγαμε κατέληξε στο κτήμα κάποιου «φιλόζωου» Κρητικού που ήθελε να εντυπωσιάσει τον περίγυρό του με την κατοχή ενός ξεχωριστού «κατοικίδιου» όπως ήταν ο μικρός κάτοικος του Νείλου. Ίσως πάλι να επρόκειτο για κάποιον χονδρέμπορο εξωτικών ζώων που του ξέμεινε το συγκεκριμένο εμπόρευμα στα αζήτητα. Μα έλα που το ερπετό είχε την κακή συνήθεια να μεγαλώνει -έφτασε τα 2 μέτρα - κι όχι μόνο απαιτούσε μεγαλύτερο χώρο και περισσότερο φαΐ, αλλά πια εγκυμονούσε και κινδύνους για την ασφάλεια του ιδιοκτήτη του καθώς ως γνωστόν δεν είναι ..φυτοφάγο. Οπότε ο ιδιοκτήτης του ως γνήσιος εξυπνάκιας Ρωμιός, το φόρτωσε σ’ ένα φορτηγό κι ένα βράδυ το αμόλησε στην τεχνητή λίμνη των Ποταμών στο Ρέθυμνο και ..καθάρισε! 
           Εκεί ο φίλος μας ο νεαρός “crocodilus niloticus” αρχικά ήταν μεσ’ στην καλή χαρά. Κολυμπούσε ανέμελα στην άπλα της λίμνης, απολάμβανε εκλεκτούς μεζέδες όπως οι αγριόπαπιες που φωλιάζουν εκεί και λιαζόταν ξαπλωμένος στις πυκνές καλαμιές στις όχθες της (η Ομόνοια δεν ήταν ακόμη της μόδας…). Αλλά, όλα τα ωραία τελειώνουν γρήγορα, μια μέρα κάποιοι κυνηγοί που είχαν πάει στη λίμνη για τις πάπιες τον εντόπισαν. Αυτό ήταν. Το θέμα διέρρευσε κι ο καημένος ο κροκόδειλος έχασε την μέχρι τότε μακάρια ησυχία του. 
         Κατ’ αρχάς πολιτογραφήθηκε Κρητικός κι απέκτησε ανάλογο όνομα, τον βάφτισαν «Σήφη», δεύτερον έγινε διάσημος κάτι σαν την.. Νέσυ του Λόχνες, τρίτον στίφη περίεργων άρχισαν να συρρέουν στη λίμνη με κάμερες για να τον φωτογραφήσουν, τα ΜΜΕ του αφιέρωναν εκτενή ρεπορτάζ και τέλος κινητοποιήθηκαν οι αρμόδιες αρχές και άρχισαν οι προσπάθειες αιχμαλώτισής του. Ο Σήφης όμως αποδείχτηκε αρκετά πονηρός, δεν τσίμπαγε τα δολώματα κι απέφευγε τα δίχτυα. Οι αρχές αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε ξένους ειδικούς κι έτσι άρχισαν να καταφθάνουν διάφοροι διάσημοι ερπετολόγοι και «κροκοδειλάκηδες» με σκοπό να τον πιάσουν ώστε να μεταφερθεί με ασφάλεια σε κάποιο ενυδρείο πριν να μεγαλώσει κι άλλο και καταστεί επικίνδυνος για τα κοπάδια αλλά και τους κατοίκους της περιοχής. 
       Αλλά λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο. Οι "λεβέντες" Κρητικοί στη σκέψη ότι θα τους έπαιρναν το Σήφη, το καμάρι τους αγρίεψαν! «Ιντα λέτε μωρέ θεοσκοτωμένοι;» έκραξαν, «θα μας πάρετε το κοπέλι μας να το κλείσετε στη φυλακή; Οϊ, όϊ, ποτές, εδώ είναι τση Κρήτης το νησί, το δοξασμένο, που παίζει τη βροντόλυρα και χορεύουν ούλοι (το ’πε κι ο Τσίπρας άλλωστε..) κι όπου τσι ξένοι τσι θέλουμε μόνο για τουρίστες ν’ αφήνουσι τσι παράδες τους κι όχι να μας λένε τι θα κάμομε στον τόπο μας με τα κοπέλια μας! Αντέστε έξω από δω πριν αρχίσουμε τσι μπαλωθιές..» 
      Το ’παν και το ’καμαν. Κάθε φορά που οι αρμόδιοι επιχειρούσαν να πιάσουν τον κροκόδειλο, αυτοί μαζεύονταν με τ’ αγροτικό τους στις όχθες, έλουζαν τις καλαμιές με τους προβολείς κι έβαζαν στη διαπασών το «Πότε θα κάμει ξαστεριά» κι άλλα λεβέντικα τραγούδια, οπότε ο Σήφης τρόμαζε κι εξαφανιζόταν βουτώντας στα θολά νερά της λίμνης. Βρε δεν μπα να έκαναν εκκλήσεις οι αρμόδιοι και να εξηγούσαν ότι ο κροκόδειλος ήταν ένα ξένο προς το περιβάλλον ζώο και δεν έπρεπε κι ούτε θα μπορούσε να επιβιώσει για πολύ στην τεχνητή λίμνη, τίποτε αυτοί. Ως γνωστόν, του Ελληνος και δη του Κρητικού ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει! 
       Οι μέρες περνούσαν κι ο Σήφης άφαντος. Ωσπου ήρθε ο χειμώνας, ο καιρός αγρίεψε κι οι επιχειρήσεις για τη σύλληψή του σταμάτησαν. Τα κρητικάτσια ήσυχα πια ότι κέρδισαν τη μάχη με τις αρχές, έπαψαν να περιπολούν γύρω απ’ τη λίμνη, έγιναν κι οι εκλογές, οι ΣΥΡΙΖΟ-ΑΝΕΛ σχημάτισαν κυβέρνηση, το λεβεντοκοπέλι ο ..Βαρουφάτσης έγινε υπουργός οικονομικών, σκότωσε την Τρόϊκα κι άρχισε ν’ αλωνίζει τας Ευρώπας, το ενδιαφέρον όλων στράφηκε στη λεγόμενη «σκληρή διαπραγμάτευση» με τους δανειστές κτλ, κτλ, κι ο Σήφης ο κροκόδειλος βγήκε απ’ το κάδρο της δημοσιότητας. 
        Και πριν λίγες μέρες το άψυχο κουφάρι του εντοπίστηκε να επιπλέει μισοσαπισμένο στης λίμνης το θολό νερό. Το ασυνήθιστο ακόμα και για την Κρήτη κρύο του φετεινού χειμώνα τον είχε σκοτώσει. Ο δυστυχής ως ξενόφερτος και ψυχρόαιμος ήταν απ’ τη φύση του φτιαγμένος να ζει σε ζεστά νερά και δεν άντεξε στις αντίξοες γι’ αυτόν συνθήκες. Ενώ αν τον είχαν πιάσει και είχε μεταφερθεί στο σίγουρο καταφύγιο κάποιου ενυδρείου θα ζούσε και θα βασίλευε. Άσε που έτσι διάσημος που ήταν ίσως να τον αγόραζε κανένας οργανωμένος μεγάλος ζωολογικός κήπος κι εκεί να ζευγάρωνε με καμμιά κροκοδειλίνα προς χάριν της διαιώνισης του είδους του που κινδυνεύει με εξαφάνιση! 
         Αλλά φευ, η μοίρα ή μάλλον η στενομυαλιά των Ρεθυμνιωτών τον έστειλε..αδιάβαστο πρόωρα κι άδοξα. Ά, όλα κι όλα όμως. Πέθανε νέος και παρθένος μεν αλλά ελεύθερος και ωραίος ως Έλλην κι όχι περιορισμένος σε κάποιο ευρωπαϊκό ενυδρείο! Βέβαια δεν γνωρίζουμε κι ούτε θα μάθουμε ποτέ τι απ’ τα δυο προτιμούσε ο ίδιος. Εξάλλου άγριο ζώο ήταν κι όχι έλλογο ον, γι’ αυτό και η είδηση του θανάτου του πέρασε στα ψιλά. 
       Κάπως έτσι και μεις. Θα επιβιώσουμε δέσμιοι μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο των «μνημονίων» ή θ’ αποθάνουμε σουλατσάροντας ελεύθεροι στα θολά νερά της.. δραχμής; Τον Σήφη τον Αφρικανό δεν τον ρώτησαν αυτοί που αποφάσισαν ερήμην του για την τύχη του. Εμάς άραγε θα μας ρωτήσουν; 
         Βαρβάρα Ταβλαρίδου Μπακάλη