Όμως, αυτό ακριβώς το ζητούμενο, δηλαδή η εξασφάλιση, επί τέλους, ποιότητας και αποτελεσματικότητας στην Ανωτάτη Εκπαίδευση της χώρας μας, δεν μπορεί να υπηρετηθεί από νομοθετικούς σχεδιασμούς χωρίς την ύπαρξη συγκεκριμένου εθνικού οράματος για την Παιδεία.
Δυστυχώς, το όλο πρόβλημα ξεκινά από μια εντελώς εσφαλμένη αντίληψη: Πιστεύουν πολλοί (και οι περισσότεροι εξ αυτών μάλλον καλοπροαίρετα) ότι η μεταρρύθμιση στην Ανωτάτη Παιδεία θα επέλθει, ως δια μαγείας, με μια σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων, οι οποίες μάλιστα, δεν χρειάζεται να ‘ταρακουνήσουν’ το οικοδόμημα, αλλά απλώς να επιφέρουν κάποιες αλλαγές, για τις οποίες έχει ‘ωριμάσει’ η συλλογική πεποίθηση περί την αναγκαιότητά τους. Ρυθμίσεις που, συνήθως, αναφέρονται σε τεχνικές μεταβολές και διαδικαστικές ‘καινοτομίες’ και ποτέ σε αλλαγή νοοτροπίας και αντιλήψεων. Η άποψη αυτή υπαγορεύει μια σχεδόν δια βίου αναζήτηση κοινών θέσεων όλων των εμπλεκομένων φορέων και, ακόμη περισσότερο, υπονοεί ως προαπαιτούμενο την ομοθυμία, ακόμη και εκείνων που, αποδεδειγμένα, κινούνται δυναμικά και αδιάλλακτα, για την υπονόμευση οποιασδήποτε, έστω και δειλής, μεταρρυθμιστικής προσπάθειας ‘Όταν, στο πρόσφατο παρελθόν, η αντίδραση των κομμάτων της αριστεράς και των συνδικαλιστικών φορέων διδασκόντων και διδασκομένων εκφράσθηκε με την άκρως φασιστική διαβεβαίωση ότι ο νόμος (που είχε ψηφίσει η Βουλή) δεν θα περάσει, τότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι, η οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική προσπάθεια στον χώρο της Ανωτάτης Παιδείας δεν είναι θέμα νομοσχεδίων, όσο κυρίως και πρωταρχικώς, ζήτημα ανατροπής της κατεστημένης αντιδραστικής νοοτροπίας κάποιων μειοψηφιών, που υπό την επίκληση δήθεν δημοκρατικών δικαιωμάτων, εννοούν να κατατυραννούν την ελληνική κοινωνία με τις κατεψυγμένες παλαιοδογματικές αντιλήψεις τους.
Εν όψει αυτής της πραγματικότητας, οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική προσπάθεια, αν θέλει να έχει προοπτικές επιτυχίας, οφείλει, πάνω απ’ όλα, να δώσει ριζικές λύσεις στα εξής ‘δομικά’ προβλήματα των ελληνικών πανεπιστημίων:
Την ‘δικτατορία’ του λεγομένου πανεπιστημιακού ασύλου, υπό την ασφαλή κάλυψη του οποίου ασήμαντες μειοψηφίες, όχι μόνον καταλύουν, απλά και μόνον γιατί «έτσι γουστάρουν», κάθε έννοια δημοκρατίας, ελευθερίας, νομιμότητας και σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αλλά και γελοιοποιούν την πανεπιστημιακή κοινότητα. Ας μην μας διαφεύγει το γεγονός ότι σημαντικό τμήμα της τελευταίας καλύπτει ιδεολογικά την προκλητικά επιδεικνυόμενη και ασκούμενη βία και το απεριόριστο θράσος αυτών των αποβρασμάτων, ενώ οι περισσότεροι από εκείνους που διαφωνούν με αυτές τις αντιδημοκρατικές πρακτικές προτιμούν, από φόβο, την σιωπή ή την ‘συνθηκολόγηση’.
Την αναίσχυντη συναλλαγή που αποτελεί την συνήθη ‘αποτελεσματική’ διαδικασία στις επιλογές του διδακτικού προσωπικού και στις σχέσεις διδασκόντων και διδασκομένων, με θλιβερά αποτελέσματα την έλλειψη αξιοκρατίας, την υπερίσχυση των μετριοτήτων, την ηθική καταρράκωση εκείνων που εμμένουν σε αρχές και αξίες και, τελικά, την πλήρη εξαθλίωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Την συστηματική περιφρόνηση του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος της χώρας, σύμφωνα με το οποίο, η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Με απλά λόγια, σύστημα παιδείας που δεν μπορεί να εμφυσήσει εθνική συνείδηση χρέους και αποστολής συνιστά, τουλάχιστον, θεσμική απόκλιση.
Αν, αυτές οι δυσπλασίες που κυριαρχούν στους πανεπιστημιακούς χώρους δεν αντιμετωπισθούν, οι οποιοιδήποτε οραματισμοί για το μέλλον της Ανωτάτης Παιδείας στην χώρα μας θα παραμείνουν στην σφαίρα της μάταιης ουτοπιστικής αναζήτησης και μόνον.-
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου