του Σάββα Καλεντερίδη
Στο άρθρο μας της Παρασκευής, αναλύσαμε το φαινόμενο της πολιτικής βίας στη χώρα μας από το 1974 μέχρι τη λήξη της περιόδου των κυβερνήσεων Μητσοτάκη.
Τη δεκαετία του 1990 και μέχρι τη σύλληψη των μελών της «17 Νοέμβρη», το καλοκαίρι του 2002, η πολιτική βία σε όλες τις εκφάνσεις της, από καταλήψεις σχολείων και δημοσίων κτιρίων μέχρι καταστροφές περιουσιών, πυρπολήσεις καταστημάτων και δολοφονίες στο όνομα των «λαϊκών αγώνων», συνεχίστηκε στα ίδια πλαίσια και με ίδια χαρακτηριστικά και πάντα με το ίδιο αριστερό πρόσημο.
Την περίοδο που ακολούθησε την εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη», οι δυνάμεις που είναι ιδεολογικά εγκλωβισμένες σε μεθόδους ανατρεπτικής και βίαιης δράσης, συνέχισαν να δρουν στην κοινωνία, βρίσκοντας σταδιακά -και σε βαθμό που τα λεγόμενα συστημικά κόμματα και πολιτικές δυνάμεις, με την αδυναμία τους να διαχειριστούν την τύχη της χώρας, τους έδιναν χώρο- το κατάλληλο κλίμα για να αποκτήσουν μαζικότητα και να εμφανιστούν με αφορμή ένα τυχαίο γεγονός, ως ένα κίνημα αντάρτικου πόλης.
Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου βρήκε έτοιμο έναν πολυάριθμο και στην κυριολεξία καλά εκπαιδευμένο στρατό ανταρτών πόλης, οι οποίοι, το Δεκέμβρη του 2008, λες και τους συντόνιζε ένα επιτελικό κέντρο (!), έδρασαν ταυτόχρονα και συντονισμένα σε δεκάδες ελληνικές πόλεις, την ώρα που οι «σύντροφοί» τους έκαιγαν και λεηλατούσαν την Αθήνα, χρησιμοποιώντας ως ασφαλές ορμητήριο το μπλοκ γνωστού κοινοβουλευτικού κόμματος, που έκανε πορεία διαμαρτυρίας από το Σύνταγμα μέχρι το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Σε όλο το μήκος αυτής της διαδρομής καταστράφηκαν, πυρπολήθηκαν και λεηλατήθηκαν εκατοντάδες καταστήματα ιδιωτών, ως απαραίτητο στάδιο που θα διευκόλυνε την "εξέγερση" μέσω της κατατρομοκράτησης της κοινωνίας. Την ίδια στιγμή, ένα άλλο κοινοβουλευτικό κόμμα που επίσης συμμετείχε στην πορεία και ακριβώς επειδή δεν είχε ως στόχο την εξέγερση, περιφρουρούσε το μπλοκ του από τους «αντάρτες πόλης», φρόντισε να βιντεοσκοπήσει την εμπλοκή του άλλου κοινοβουλευτικού κόμματος στην καταστροφή της Αθήνας, δηλώνοντας δημοσίως ότι έχει στα χέρια του στοιχεία για το έγκλημα!
Το αντάρτικο πόλης συνεχίστηκε, με το κράτος να αδυνατεί να ελέγξει το φαινόμενο, την πόλη της Αθήνας παραδομένη κυριολεκτικά στα χέρια των «ανταρτών» περισσότερες από εκατό ημέρες το χρόνο, και τις πανταχόθεν βαλλόμενες και καθυβριζόμενες από τον αυτοαποκαλούμενο «προοδευτικό χώρο» δυνάμεις ασφαλείας να αδυνατούν να θέσουν υπό έλεγχο το φαινόμενο.
Η εμφάνιση της οικονομικής κρίσης και η υπογραφή του μνημονίου όργωσαν και λίπαναν το χωράφι της πολιτικής βίας, με τους θιασώτες της να ξεφυτρώνουν πλέον παντού, και να δημιουργούν ένα μαζικό πλέον κίνημα, που κανείς δεν γνωρίζει ποια θα ήταν η πορεία του -αφού είχε την αμέριστη συμπαράσταση και υποστήριξη ενός κοινοβουλευτικού κόμματος-, αν δεν συνέβαινε και πάλι ένα γεγονός, που δημιούργησε ρήξη στα βασικά του στελέχη.
Η πυρπόληση της Μαρφίν και η δολοφονία τριών ανθρώπων και ενός αγέννητου πλάσματος, έκοψε μέρος της δυναμικής και σημειώθηκαν αποχωρήσεις από το μέτωπο, αφού, με βάση κείμενα που αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο, οι μεν κατηγορούσαν τους δε για πρακτικές ανάλογες αυτών των ΜΑΤ!
Παρά τις αποχωρήσεις και τη διάσπαση, το αντάρτικο πόλης συνεχίστηκε, αφού οι επιπτώσεις του μνημονίου και η στάση μέρους του πολιτικού συστήματος ωθούσαν όλο και περισσότερα μέλη της κοινωνίας σε ακραίες συμπεριφορές.
Μόνο που τώρα δεν υπήρχε μόνο το ένα άκρο. Σταδιακά, με την εκφορά του αντιμνημονιακού και καταγγελτικού λόγου και την ανάδειξη των ευθυνών των λεγόμενων συστημικών κομμάτων, η Χρυσή Αυγή, με τον άκρως ριζοσπαστικό της ρόλο και πρακτικές, αποτέλεσε μια λύση, έναν ...προορισμό για εκείνους τους Έλληνες που ήθελαν να εκφράσουν την οργή και την αντίδρασή τους στις ακολουθούμενες μνημονιακές πολιτικές, αλλά και για τους κινδύνους δημογραφικής αλλοίωσης του έθνους από τις ανεξέλεγκτες ροές των λαθρομεταναστών, που το κράτος αδυνατούσε να ελέγξει!
Τη συσπείρωση πολιτών γύρω από τη Χρυσή Αυγή ενίσχυσαν και ανόητες αντεθνικές και ανθελληνικές κορώνες διαφόρων εγκάθετων, που δρουν μέσα στο σύστημα ως παράφρων μεταβλητή και όχι μόνον.
Να σημειώσουμε ότι ένας από τους παράγοντες που ενίσχυσε τη θρασύτητα της Χρυσής Αυγής, είναι οι δεσμοί που αναπτύχθηκαν με μέλη των σωμάτων ασφαλείας, στη διάρκεια της πολύχρονης στοχοποίησής τους από τους «αντάρτες πόλης» και τους συνοδοιπόρους τους μέσα στο ελληνικό κοινοβούλιο. Για όσους θεωρούν υπερβολή το χαρακτηρισμό «συνοδοιπόροι», ας ανασύρουν από τη μνήμη τους τις στρατιές δικηγόρων του συγκεκριμένου κόμματος, που δημιουργούσαν νομική ασπίδα στα «παιδιά» που συνελάμβαναν οι «κακοί μπάτσοι», μετά από κάθε καταστροφή της Αθήνας και της Δημοκρατίας μας.
Να υπογραμμίσουμε ότι από τότε που άρχισε να διογκώνεται η δύναμη της Χρυσής Αυγής, τα μέλη της ήταν στην ουσία συμπολεμιστές με τους αστυνομικούς, στον αγώνα που έκαναν για να αντιμετωπίσουν τον πόλεμο που είχαν κηρύξει οι "αντάρτες πόλης" στο κράτος και στην κοινωνία, που αρνούνταν να συνταχθεί μαζί τους, για να επιτευχθεί η ανατροπή και η εξέγερση, για την οποία πολεμούσαν τόσα χρόνια!
Έτσι απλά, με τους "αντάρτες πόλης" και τους συνοδοιπόρους τους στο Κοινοβούλιο από τη μια πλευρά και το συντεταγμένο στρατό της Χρυσής Αυγής από την άλλη, η Ελλάδα πήγαινε βήμα προς βήμα στον γκρεμό ενός νέου εμφύλιου σπαραγμού!
Όσο για τις άναρθρες κραυγές που εξανίστανται όταν εμφανίζεται ως μέσον ανάλυσης και προβληματισμού η θεωρία των δυο άκρων, και τους δημοσιογράφους ορφανά του Στάλιν και του σοσιαλιστικού παραδείσου, που ενοχλούνται από αυτήν, πρόκειται για αντιδράσεις απολύτως κατανοητές κι εξηγήσιμες, αφού η ενοχή στις πλείστες των περιπτώσεων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για αμετανόητους, δεν επιτρέπει την ψύχραιμη και δημιουργική ανάλυση και σκέψη!
Όσον αφορά τα τελευταία γεγονότα, έπρεπε να έλθει ένα άλλο γεγονός, η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, για να κινητοποιήσει την κυβέρνηση και το κράτος, για να αντιμετωπίσουν ένα φαινόμενο που δημιούργησαν συγκεκριμένες πρακτικές των αριστερών κομμάτων και δυνάμεων από τη μια πλευρά και αδυναμίες του κράτους και των κυβερνήσεων από την άλλη.
Ας ελπίσουμε κυρίως οι Έλληνες πολίτες να αναλύσουν σε βάθος τις αιτίες που γέννησαν το φαινόμενο, για να μην ζήσουμε και πάλι τα ίδια μετά από κάποιο χρονικό διάστημα και να διατηρήσουμε ό,τι έχει απομείνει όρθιο σ’ αυτήν τη χώρα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην "κυριακάτικη δημοκρατία"