Toυ Παναγιώτη Καράμαλη
Το Υπουργείο Παιδείας προωθεί εκ νέου το νομοσχέδιο Μπαλτά, κρυμμένο με τη μορφή τροπολογιών μέσα σε διάφορα άλλα νομοσχέδια. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ιδιωτική εκπαίδευση, οι νέες διατάξεις επαναφέρουν την κρατική ρύθμιση σε τέτοιο βαθμό, ώστε εξουδετερώνουν κάθε συγκριτικό πλεονέκτημα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, κάθε καινοτόμο δράση, κάθε έννοια αριστείας, κάθε μορφή αξιολόγησης και πλήττουν ευθέως το ίδιο το θεμελιώδες δικαίωμα επιλογής.
Προφάσεις για την ανάγκη κρατικού ελέγχου προβάλλονται πολλές και είναι οι συνηθισμένες που εμφανίζονται όποτε προωθείται η κρατική υπερρύθμιση σε κάποιο κλάδο. Ας δούμε όμως, τα βασικά επιχειρήματα των οπαδών του κρατισμού, τους μύθους που προσπαθούν να επιβάλλουν στη συλλογική σκέψη και να τους αντιπαραβάλλουμε με την πραγματικότητα.
Οι Μύθοι
Μύθος 1: «Ο έλεγχος της επιλογής και της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών από το κράτος διασφαλίζει την ποιότητα των σπουδών»
Το κράτος, το οποίο αδυνατεί να εξασφαλίσει ποιότητα σπουδών στα κρατικά σχολεία και στα Πανεπιστήμια, με ποιον τρόπο διασφαλίζει την ποιότητα στον ιδιωτικό τομέα; Με ποια κριτήρια; Με ποιο σύστημα αξιολόγησης;
Το κράτος που αδυνατεί να στελεχώσει τα κρατικά σχολεία και αντιμετωπίζει κενά μέχρι τον Μάρτιο, που αδυνατεί να στεγάσει τους μαθητές και σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιεί παραπήγματα για αίθουσες, που αδυνατεί τόσα χρόνια να θεσπίσει, ένα, έστω τυπικό, σύστημα αξιολόγησης θα ελέγξει τα ιδιωτικά σχολεία που είναι φορείς ποιότητας και αριστείας;
Ακόμα όμως και αν δεχθούμε, ως υπόθεση εργασίας, την επάρκεια του κράτους να αξιολογήσει αντικειμενικά και επαρκώς, προκύπτει ένα ερώτημα: πού σταματάει αυτό; Θα πρέπει το κράτος κατόπιν να ελέγξει την αξιολόγηση και την επιλογή π.χ. των δημοσιογράφων των ιδιωτικών Μέσων για να εξασφαλίσει «ποιότητα» στην ενημέρωση; Θα πρέπει να ελέγχει την αξιολόγηση και την επιλογή των υπαλλήλων στα εμπορικά καταστήματα για να εξασφαλίσει «ποιότητα» στην εξυπηρέτηση των καταναλωτών; Σε τι καθεστώς παραπέμπει αυτό;
Πραγματικότητα: Ο μόνος θεσμός που μπορεί να διασφαλίσει την ποιότητα στην εκπαίδευση είναι η ελεύθερη επιλογή των οικογενειών, η οποία αναδεικνύει τα καλλίτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Ενδεικτικά της ποιότητας της ιδιωτικής εκπαίδευσης είναι τα αποτελέσματα του προγράμματος PISA, που καταδεικνύουν μεγάλη διαφορά στις επιδόσεις των μαθητών των ιδιωτικών με αυτούς των κρατικών σχολείων, καθώς και τα αποτελέσματα των Πανελληνίων Εξετάσεων.
Μύθος 2: «Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί σήμερα υπάγονται στο Υπουργείο Εργασίας και όχι στο Υπουργείο Παιδείας»
Δεν είναι απλά μύθος, είναι ξεκάθαρο ψέμα. Οι διορισμοί, η απόδοση μισθολογικών κλιμακίων, οι αναθέσεις ωρών των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, οι λύσεις των συμβάσεων, ο έλεγχος των προσόντων ήταν και είναι αρμοδιότητα των Διευθύνσεων Εκπαίδευσης.
Βεβαίως, ο παραπάνω μύθος υποκρύπτει επιπλέον έναν υφέρποντα εργασιακό ελιτισμό: υπονοεί ότι οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, υπαγόμενοι στο Υπουργείο Παιδείας, προστατεύονται ή πρέπει να προστατεύονται περισσότερο από τους υπόλοιπους εργαζόμενους των οποίων οι εργασιακές συνθήκες ελέγχονται από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας. Απορία που προκύπτει: συνεπώς, αποδεχόμαστε ότι οι υπόλοιποι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα είναι απροστάτευτοι;
Δεν προστατεύονται,για παράδειγμα, από παράνομες ή καταχρηστικές απολύσεις; Δεν λειτουργεί το ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας; Δεν έχουν δικαίωμα καταφυγής στη δικαιοσύνη αν αδικηθούν; Κάτω από ποια λογική οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί χρήζουν κάποιας ιδιαίτερης προστασίας;
Πραγματικότητα: Το μόνο που οι διατάξεις του νομοσχεδίου αλλάζουν, είναι ότι θέτουν σημαντικούς φραγμούς στη δυνατότητα των σχολείων να αντικαθιστούν εκπαιδευτικούς, άρα τα αποτρέπουν από το να αξιολογούν και να επιλέγουν το προσωπικό τους και με αυτόν τον τρόπο τα αναγκάζουν βίαια να μειώσουν την ποιότητα του εκπαιδευτικού τους έργου.
Μύθος 3: «Οι απογευματινές δραστηριότητες ελευθερώνονται»
Κάθε άλλο. Αρκεί να δούμε την κατάσταση σήμερα:
1) οποιαδήποτε δραστηριότητα επιπλέον του υποχρεωτικού προγράμματος επιθυμεί να εφαρμόσει το σχολείο, αποφασίζεται από το σύλλογο διδασκόντων, κατατίθεται στους συμβούλους εκπαίδευσης ως «διευρυμένο πρόγραμμα» και στελεχώνεται από εκπαιδευτικούς με την κανονική διαδικασία διορισμού, όπως ακριβώς και το βασικό πρόγραμμα. Κάθε σχολείο, υιοθετεί τις διαφοροποιήσεις που θεωρεί ότι είναι καλλίτερες για τους μαθητές του και αναδεικνύουν την αξία του ως εκπαιδευτικό ίδρυμα.
2) Τα απογεύματα, τα σαββατοκύριακα και τα καλοκαίρια, τα σχολεία μπορούν να διοργανώνουν εκπαιδευτικές, αθλητικές ή πολιτιστικές δραστηριότητες, όπως ακριβώς κάνουν τα κέντρα ξένων γλωσσών, οι αθλητικοί και οι πολιτιστικοί σύλλογοι. Με τον τρόπο αυτό τα σχολεία γίνονται ακόμα πιο χρήσιμα στις οικογένειες των μαθητών τους και την τοπική κοινωνία.
Με τις διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου:
1) η διεύρυνση του ωραρίου θα γίνεται μόνο κατόπιν έγκρισης του Υπουργείου Παιδείας (με κάποια ακαθόριστη προς το παρόν διαδικασία, όμως σίγουρα αρκετά γραφειοκρατική και κεντρική) συνεπώς οι καινοτόμες πρωτοβουλίες περιορίζονται σημαντικά ή, έστω, τελούν υπό την αίρεση κάποιου κρατικού υπαλλήλου.
2) Η χρήση των χώρων των σχολείων για μορφωτικές, αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες απαγορεύεται εντελώς.
Πραγματικότητα: ο περιορισμός της δυνατότητας των σχολείων να χρησιμοποιούν τους χώρους τους για άλλες δραστηριότητες θα οδηγήσει σε μείωση του εκπαιδευτικού έργου και της ποιότητας που παρέχουν στους μαθητές και τις οικογένειές τους και θα θέσει τους απασχολούμενους στα απογευματινά προγράμματα εκτός εργασίας.
Μύθος 4: «Οι νέες ρυθμίσεις αποκαθιστούν τη συνταγματική νομιμότητα»
Η συνταγματική νομιμότητα δεν είχε ποτέ καταπατηθεί. Ο έλεγχος των προγραμμάτων σπουδών, της υπηρεσιακής κατάστασης των εκπαιδευτικών, των συνθηκών αδειοδότησης των σχολείων γινόταν από την Πολιτεία με ξεκάθαρους νόμους και προϋποθέσεις, όπως ακριβώς προβλέπει το άρθρο 16 §8 του Συντάγματος.
Πραγματικότητα: η συνταγματική νομιμότητα καταπατάται τώρα, με τις διατάξεις του νομοσχεδίου Μπαλτά/Φίλη, καθώς παραβιάζεται η επαγγελματική ελευθερία σε έναν ολόκληρο κλάδο της οικονομίας και κλείνει ένα επάγγελμα, που προηγουμένως ήταν ανοικτό.
Μύθος 5: «Στα ιδιωτικά σχολεία υπάρχει μαύρη και αδήλωτη εργασία η οποία τώρα καταπολεμάται»
Στα ιδιωτικά σχολεία υπάρχουν αυτή τη στιγμή δύο κατηγορίες απασχολούμενων:
1) όσοι εκπαιδευτικοί διδάσκουν στο βασικό ή διευρυμένο πρόγραμμα διορίζονται με τις διαδικασίες που προβλέπονται από τον νόμο 682/77 και έχουν ανάλογη υπηρεσιακή κατάσταση με τους συναδέλφους τους του Δημοσίου.
2) οι υπόλοιποι εργαζόμενοι αλλά και οι εκπαιδευτικοί που απασχολούνται σε πρόσθετες δράσεις προσλαμβάνονται με βάση τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας με συμβάσεις ορισμένου ή αορίστου χρόνου. Αυτό το τελευταίο, ψευδώς βαφτίζεται «μαύρη και αδήλωτη» εργασία, ενώ στην πραγματικότητα αποτελεί το αυτονόητο που ισχύει για κάθε υπάλληλο του ιδιωτικού τομέα.
Πραγματικότητα: σύμφωνα με το ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΦΑΛΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΑΔΗΛΩΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – ΑΡΤΕΜΙΣ 2014, η ιδιωτική εκπαίδευση έχει το χαμηλότερο ποσοστό παραβατικότητας πανελλαδικά. Στα ιδιωτικά σχολεία, ειδικότερα, το ποσοστό είναι αμελητέο και μάλιστα σε αρκετά μεγάλο δείγμα ελέγχων.
Μύθος 6: «Αποτρέπεται η μετατροπή των ιδιωτικών σχολείων σε φροντιστήρια.»
Τα ιδιωτικά σχολεία δεν ήταν ποτέ φροντιστήρια, ούτε φιλοδοξούσαν να γίνουν. Η ποιότητα και η επιτυχία τους εξαρτώνται από την ποικιλία, τις εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες, την καινοτομία, τις διαφοροποιήσεις. Τα φροντιστηριακά μαθήματα που οργανώνουν, προκειμένου να προετοιμάζουν τα παιδιά για τις εξετάσεις και να μην χρειάζεται να καταφεύγουν σε εξωτερικά φροντιστήρια, είναι η απάντηση στις ανάγκες των οικογενειών, όπως αυτές προκύπτουν από το ισχύον σύστημα εξετάσεων.
Πραγματικότητα: το θέμα της φροντιστηριοποίησης του σχολείου και ιδιαίτερα του Λυκείου είναι μεγάλο και η λύση του βρίσκεται στην αναμόρφωση του συστήματος εξετάσεων. Η απαγόρευση να λειτουργούν φροντιστήρια που οργανώνονται από τα ιδιωτικά σχολεία, απλώς μεταθέτει τις ανάγκες των οικογενειών σε άλλους φορείς.
Μύθος 7: «Οι φραγμοί στις απολύσεις βοηθούν τους εκπαιδευτικούς να κάνουν απερίσπαστοι τη δουλειά τους χωρίς παρέμβαση του ιδιοκτήτη»
Μύθος που προέρχεται από στερεότυπα του παρελθόντος. Κανένα σχολείο δεν έχει συμφέρον να πιέσει εκπαιδευτικούς να βάλουν βαθμούς, να κρύψουν απουσίες, να ανεχθούν παραβατικές συμπεριφορές ή όλα όσα υπονοούν όσοι επικαλούνται το επιχείρημα. Η επιτυχία κάθε σχολείου εξαρτάται από την ποιότητά του και αυτή η ποιότητα είναι συνυφασμένη με την αριστεία, την τήρηση του πλαισίου της σχολικής ζωής και τον σεβασμό στους κανόνες.
Η οιωνεί μονιμότητα που προωθεί το υπουργείο δεν προφυλάσσει τον καλό εκπαιδευτικό. Η αξία του τελευταίου είναι από μόνη της αρκετά πολύτιμη ώστε το σχολείο να κάνει ό,τι μπορεί για να τον κρατήσει και σε καμμία περίπτωση να τον απολύσει. Η μονιμότητα προφυλάσσει, αντίθετα, τον ανεπαρκή εκπαιδευτικό, ο οποίος από τη στιγμή που δεν αξιολογείται (και δεν κινδυνεύει από την έσχατη μορφή αρνητικής αξιολόγησης που είναι η αντικατάσταση), έχει δικαίωμα να παραμένει στο σχολείο προσφέροντας υποβαθμισμένες υπηρεσίες στους μαθητές. Επίσης, οι φραγμοί στην επιλογή προσωπικού θέτουν σε θέση ισχύος τον «κακό» εργοδότη ο οποίος, συνηθισμένος σε κακές πρακτικές, ούτως ή άλλως θα βρει τον τρόπο να παρακάμψει το πλαίσιο και θα έχει, με αυτό τον τρόπο, πλεονέκτημα σε σχέση με τα σχολεία που ακολουθούν τη νομιμότητα.
Ζημιωμένοι, εν τέλει, είναι οι καλοί εκπαιδευτικοί, τα καλά σχολεία και φυσικά οι μαθητές και οι γονείς τους.
Πραγματικότητα: όπως και το παρελθόν μας έχει διδάξει, αν μπουν όλοι οι φραγμοί που προβλέπονται από το σχέδιο νόμου, θα υπάρχουν εκπαιδευτικοί που, καλυπτόμενοι από την μονιμότητα που τους προσφέρουν οι νέες διατάξεις, θα ατονούν την προσπάθειά τους και τα σχολεία δεν θα μπορούν ούτε να τους αξιολογήσουν, ούτε να τους αντικαταστήσουν. Αντίθετα, θα υπάρχουν πολλοί εξαιρετικοί νέοι εκπαιδευτικοί άνεργοι οι οποίοι πλέον θα απευθύνονται σε μια κλειστή αγορά εργασίας και δεν θα μπορούν να πάρουν τις ευκαιρίες που αξίζουν. Στην πράξη, η ισοπέδωση που προωθεί το υπουργείο θα αναγκάσει πολλά σχολεία να απολύουν όλους ανεξαιρέτως τους νέους εκπαιδευτικούς στη διετία ώστε να μην ρισκάρουν την απόδοσή τους σε συνθήκες μονιμότητας. Θα επιβραβευθούν, δηλαδή, άδικες και ισοπεδωτικές πρακτικές.
Μύθος 8: «Οι απολύσεις πλέον θα πρέπει να είναι αιτιολογημένες, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη»
Σε αυτή τη φράση υπάρχουν συμπυκνωμένοι αρκετοί μύθοι.
Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι, στην ιδιωτική εκπαίδευση, δεν υπάρχουν απολύσεις, αλλά αντικαταστάσεις, από τη στιγμή που οι θέσεις είναι οργανικές. Με απλά λόγια, μια τάξη δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς δάσκαλο: αν φύγει κάποιος, θα πρέπει να αντικατασταθεί αμέσως από κάποιον άλλο. Το ισοζύγιο στην αγορά εργασίας είναι ουδέτερο.
Επιπλέον, ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης τον οποίο επικαλούνται οι εμπνευστές του νομοσχεδίου, δεν προβλέπει κάποια ιδιαίτερη μέριμνα για τους εκπαιδευτικούς, αλλά αναφέρει στο άρθρο 30 ότι «Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα προστασίας έναντι κάθε αδικαιολόγητης απόλυσης, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές». Αυτό όμως δεν χρειάζεται κάποια ειδική για τους εκπαιδευτικούς ρύθμιση, προβλέπεται ήδη στην ελληνική νομοθεσία, η οποία αναγνωρίζει το δικαίωμα του οποιοδήποτε εργαζόμενου και φυσικά του ιδιωτικού εκπαιδευτικού, να προσφύγει στα δικαστήρια αν θεωρεί ότι η απόλυσή του είναι παράνομη ή/και καταχρηστική.
Τέλος, οι αντικαταστάσεις εκπαιδευτικών είναι πάντα αιτιολογημένες. Κανείς δεν αντικαθιστά έναν υπάλληλο χωρίς αιτία και χωρίς να έχει ως γνώμονα το καλό του σχολείου του.
Πραγματικότητα: Αυτό που πραγματικά αλλάζει με τις νέες ρυθμίσεις είναι ότι η κρίση για την νομιμότητα των αντικαταστάσεων εκπαιδευτικών φεύγει πλέον από τη δικαστική εξουσία, όπως ισχύει για όλους τους υπόλοιπους εργαζόμενους και ανατίθεται σε επιτροπές που αποτελούνται από συνδικαλιστές και κρατικούς λειτουργούς, τις λεγόμενες «τριμελείς επιτροπές διατάραξης εκπαιδευτικού κλίματος». Πρόκειται για έναν θεσμό που επανέρχεται, αν και ήταν ιδιαίτερα αποτυχημένος για όσο καιρό εφαρμόστηκε στο παρελθόν. Όταν το σχολείο πρότεινε κάποιον εκπαιδευτικό για αντικατάσταση, συγκροτείτο επιτροπή που αποτελούταν από έναν συνδικαλιστή, έναν εκπρόσωπο των ιδιωτικών σχολείων και έναν κρατικό λειτουργό. Στις περιπτώσεις που υπήρχε συναλλαγή (δηλαδή ο ιδιωτικός εκπαιδευτικός επιδίωκε να απολυθεί για να λάβει κάποια υπέρογκη αποζημίωση ή να μεταβεί στο δημόσιο χωρίς ΑΣΕΠ, όπως τότε ίσχυε) η διαδικασία ολοκληρωνόταν τάχιστα. Στις υπόλοιπες, είτε ο κρατικός λειτουργός τρομοκρατείτο για να καταψηφίσει, είτε ο εκπρόσωπος των συνδικαλιστών εκμεταλλευόταν το γεγονός ότι η επιτροπή χρειαζόταν απαρτία για να αποφασίσει και εξαφανιζόταν για να μπλοκάρει την απόλυση.
Γιατί τόσοι Μύθοι;
Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που περιλαμβάνονται στο άρθρο 40 του σχεδίου νόμου είναι απόλυτα συνεπείς με το προεκλογικό πρόγραμμα που ευθαρσώς διατύπωνε ότι «[...] η ιδιωτική εκπαίδευση αποτελεί παθογένεια, η οποία θα εξαλειφθεί μέσω της αναβάθμισης και ουσιαστικοποίησης της δημόσιας». Βεβαίως, οι στρεβλώσεις που εισάγει το σχέδιο νόμου στην εκπαιδευτική πραγματικότητα είναι τέτοιες, ώστε, αντί να αναβαθμίζουν την κρατική εκπαίδευση, απλώς ισοπεδώνουν κάθε ποιοτικό πλεονέκτημα της ιδιωτικής. Ο παραλογισμός των ρυθμίσεων είναι τέτοιος ώστε χρειάζεται ένα ολόκληρο πλέγμα μύθων οι οποίοι, εγγραφόμενοι στο συλλογικό υποσυνείδητο, προσπαθούν να δικαιολογήσουν ηθικά την κρατική παρέμβαση και τις συνθήκες περιορισμού της ελευθερίας επιλογής.
Οι εξελίξεις αυτές όμως πρέπει να προβληματίσουν κάθε ελεύθερο άνθρωπο σχετικά με το όραμα που έχουμε για την παιδεία αλλά και για το μέλλον μας: οραματιζόμαστε μια έρημο άνυδρη πρωτοβουλιών όπου τα πάντα ελέγχονται και σχεδιάζονται κεντρικά από το κράτος ή ένα υγιές οικοσύστημα με θύλακες δημιουργίας και καινοτομίας όπου ο κάθε ένας μπορεί να κάνει ελεύθερα τις επιλογές του;
Ο Παναγιώτης Καράμαλης είναι Δρ. Ηλεκτρολόγος Μηχανικός και Μηχανικός Υπολογιστών ΕΜΠ – Εκπαιδευτικός και Μέλος Δ.Σ. Συνδέσμου Ιδρυτών Ελληνικών Ιδιωτικών Σχολείων
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου