Οι "γενναίες διαπραγματεύσεις" που διεξήγαγε ο Γιάνης Βαρουφάκης, οι οποίες οδήγησαν στην αλλαγή του ονόματος από τρόικα σε θεσμούς, και μετακίνησε την τρόικα από τα υπουργεία στο Χίλτον είχαν επίσης ένα κόστος το οποίο ανήλθε σε 86 δισ. ευρώ, τόνισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας σε ομιλία του σε εκδήλωση του Ελληνικού Παρατηρητηρίου (Hellenic Observatory) του London School of Economics με θέμα: "Getting Policy Knowledge Into Government".
Το κόστος αυτό "ήταν το τρίτο μνημόνιο και οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων που επιβλήθηκαν μετά από εκροές καταθέσεων ύψους 45 δισ. ευρώ. Και αυτοί οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων επιβλήθηκαν για να διαφυλάξουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα υστέρα από τις "γενναίες διαπραγματεύσεις" του κ. Θεοχαράκη και του κ. Βαρουφάκη" ανέφερε ο κ. Στουρνάρας σχολιάζοντας την ομιλία του Νίκου Θεοχαράκη του πρώην Γενικού Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής και νυν προέδρου του ΚΕΠΕ, που προηγήθηκε στο πλαίσιο της ίδιας εκδήλωσης.
Ακόμη, αναφερόμενος στις αναλύσεις άλλων ομιλητών στην εκδήλωση, δήλωσε πως όλες "συνέκλιναν στην εκτίμηση ότι, αν οι κυβερνήσεις αναγνωρίσουν, αξιοποιήσουν και εσωτερικεύσουν την εξωτερική γνώση και τεχνογνωσία, τόσο η αποτελεσματικότητα του μηχανισμού χάραξης πολιτικής όσο και η ποιότητα των αποφάσεων θα βελτιωθούν σημαντικά. Αυτό οδηγεί αμέσως στο συμπέρασμα ότι, για να προχωρήσουμε μπροστά, πρέπει να βελτιώσουμε και να εμπλουτίσουμε αυτή την εποικοδομητική σχέση, εξαλείφοντας τα υπάρχοντα εμπόδια".
Όπως είπε "μακροπρόθεσμα, μπορεί κανείς βάσιμα να υποστηρίξει ότι η εξωτερική γνώση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο των ασκούμενων οικονομικών πολιτικών, οι οποίες εδράζονται σε θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί εκτός της πολιτικής σφαίρας και συγκεκριμένα στον τομέα της επιστήμης".
"Η Τράπεζα της Ελλάδος είναι ένα ανεξάρτητο ίδρυμα, με συγκεκριμένα καθήκοντα και αρμοδιότητες που περιλαμβάνουν τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής. Ως εκ τούτου, αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του μηχανισμού χάραξης πολιτικής και η τεχνογνωσία της θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη χάραξη και εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής" ανέφερε ο κ. Στουρνάρας σε άλλο σημείο της ομιλίας του.
Όπως δήλωσε εξάλλου, κατά τη διάρκεια της κρίσης η ΤτΕ διέκρινε την ανάγκη να αρθρώσει ένα ακόμη ισχυρότερο δημόσιο λόγο και να αυξήσει τη συχνότητα των παρεμβάσεών της, με σκοπό να προειδοποιήσει για τους σημαντικούς κινδύνους που, αν και βρίσκονταν σαφώς προ των πυλών, δεν είχαν γίνει αντιληπτοί από το ευρύ κοινό και αγνοούνταν από τις κυβερνήσεις και να ευαισθητοποιήσει το κοινό σχετικά με την πολυπλοκότητα της κατάστασης και την ανάγκη να αλλάξει η πορεία της οικονομίας, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση πολιτικών για την πιο αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης.
Ωστόσο σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα "η εμπειρία δείχνει ότι οι κυβερνήσεις διστάζουν να αξιοποιήσουν τη δημόσια γνώση, με πιθανώς μία εξαίρεση, την κυβέρνηση Σημίτη, τον οποίο χαίρομαι που βλέπω απόψε εδώ, ακόμα και αν οι προτάσεις και συστάσεις είναι δυνητικά συναφείς και χρήσιμες".
Ως "τρανό παράδειγμα" ο διοικητής της ΤτΕ έφερε τα προλεγόμενα της κρίσης. "Πολύ πριν από το 2008, πολλοί ανεξάρτητοι παρατηρητές, μεταξύ των οποίων και η Τράπεζα της Ελλάδος, είχαν προειδοποιήσει ότι η ελληνική οικονομία ήταν ευάλωτη και αν δεν περιορίζονταν τα υψηλά δημοσιονομικά και εξωτερικά ελλείμματα, θα ήταν αναπόφευκτη μια σοβαρή κρίση. Επίσης, παρουσίαζαν συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που – αν είχαν υιοθετηθεί – θα μπορούσαν να είχαν αλλάξει την εξέλιξη των γεγονότων. Ωστόσο, οι προειδοποιήσεις δεν εισακουστήκαν και η μία κυβέρνηση μετά την άλλη συνέχιζε να δανείζεται και να δαπανά, οδηγώντας την οικονομία στο χείλος της καταστροφής όταν ξέσπασε η παγκόσμια κρίση" ανέφερε χαρακτηριστικά.
"Γενικώς, οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα είναι απρόθυμες να δεχθούν εξωτερική τεχνογνωσία και αντιμετωπίζουν με δυσπιστία τη διαθέσιμη προσφορά. Αυτή η στάση οφείλεται στην έντονη κομματικοποίηση της ελληνικής πολιτικής. Το πολιτικό σύστημα βασίζεται στην αντιπαράθεση που υποθάλπει έντονη δυσπιστία απέναντι στους "άλλους", με αποτέλεσμα να μην αφήνουν χώρο για ανεξάρτητες φωνές. Ο όρος "τεχνοκράτης" φέρνει στο νου αρνητικούς συνειρμούς και θεωρείται σαφώς υποδεέστερος από τον όρο "πολιτικός". Οι ανεξάρτητες προτάσεις ή/και τεχνογνωσία δεν κρίνονται με βάση την αξία τους, αλλά με βάση την εκτιμώμενη πολιτική τους τοποθέτηση. Η προτίμηση σε "πολιτικές" αποφάσεις, σε αντιδιαστολή προς τις "τεχνοκρατικές", επικρατεί στην ελληνική πολιτική και αντανακλά ένα ιδεολογικό σύστημα που προτάσσει το "πολιτικό" σε σχέση με οτιδήποτε άλλο" πρόσθεσε ο κ. Στουρνάρας.
Σύμφωνα με τον ίδιο "τα χρόνια της κρίσης, η εξωτερική τεχνογνωσία απέκτησε βαρύνουσα σημασία" ωστόσο "Ο σχεδιασμός του τρόπου αντιμετώπισης της μεγάλης πρόκλησης που έθεταν οι ριζικές μεταρρυθμίσεις γινόταν εσωτερικά, με τη βοήθεια ξένων συμβούλων. Παράλληλα, τα πολιτικά κριτήρια συνέχιζαν να επηρεάζουν δυσμενώς τις αποφάσεις πολιτικής, σε αντίθεση με την πρόδηλη ανάγκη για υπερκομματικές λύσεις".
"Εν κατακλείδι, η δυσπιστία απέναντι στην εξωτερική γνώση οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, το προβάδισμα του "πολιτικού" έναντι του "τεχνοκρατικού". Δεύτερον, η κομματικοποίηση του ελληνικού πολιτικού βίου που οδηγεί σε πόλωση, ελαχιστοποιεί τον ενδιάμεσο χώρο, αποκλείει τη συναίνεση και υποβαθμίζει την τεχνογνωσία στο βαθμό που δεν είναι κομματικοποιημένη. Όσο εξακολουθούν να υπάρχουν αυτές οι συμπεριφορές, η εξωτερική γνώση θα διαδραματίζει περιθωριακό ρόλο στη διαμόρφωση των αποφάσεων πολιτικής" υποστήριξε ο κ. Στουρνάρας.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου