ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗΣ*
Τη δεκαετία του ’80 υπήρξα μέλος, και εγώ,
της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, της πολιτικής νεολαίας του ΚΚΕ Εσωτερικού. Λίγο
το κλίμα της εποχής, λίγο οι οικογενειακές αξίες και η ορμητική εφηβεία
με ώθησαν να ενταχθώ στον «Ρήγα». Μάλλον τυχαία βρέθηκα εκεί. Θα
μπορούσα να είχα καταλήξει σε οποιαδήποτε αριστερή οργάνωση της εποχής
εκείνης, δεν πολυκαταλάβαινα, εξάλλου, τις διαφορές. Για το ΚΚΕ ήξερα,
βέβαια, πως ήταν σταλινικό, και καθώς είχα επηρεαστεί από τις εικόνες
της διαμαρτυρόμενης Πολωνίας, της «Αλληλεγγύης» και του Λεχ Βαλέσα, μου
ήταν λίγο δύσκολο να κάνω το βήμα προς τα εκεί. Εξάλλου, παιδί
μικροαστικής οικογένειας της Θεσσαλονίκης με πατέρα σοσιαλδημοκράτη,
ήταν για μένα και αισθητικά, το ΚΚΕ, ένα απόμακρο κόμμα, παρόλο που το
υπόλοιπο της οικογένειας από την πλευρά του πατέρα μου ήταν
κομμουνιστές. Οι αριστεριστές πάλι δεν δραστηριοποιούνταν στα σχολεία
ενώ οι αναρχικοί ήταν πολύ βίαιοι για τα γούστα μου. Για το ΠΑΣΟΚ δεν το
συζητούσα, κάπως έπρεπε να εξεγερθώ ενάντια στον πατέρα μου. Τέλος
πάντων, βρέθηκα χάρη και σε κάποιους μυημένους συμμαθητές μου στον
«Ρήγα» στο τέλος της πρώτης λυκείου, δηλαδή στα δεκαπέντε μου χρόνια. Ο
πατέρας μου δεν αντέδρασε με την επιλογή μου. Μάλλον διασκέδαζε –με είχε
πάρει στο ψιλό για την ακρίβεια– γεγονός που δεν κατανοούσα και με
εξόργιζε επιπλέον. Χρειάστηκαν κάποια χρόνια να περάσουν για να
αντιληφθώ τη σοφία του.
Θα πρέπει να τελείωνα το σχολείο όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι ο κομμουνισμός ήταν μάλλον κάτι διαφορετικό από «sex, drugs and rock & roll», δηλαδή μια ροκ κουλτούρα νεανικής διαμαρτυρίας και απελευθέρωσης. Σταδιακά συνειδητοποιούσα πως όχι μόνο δεν απελευθέρωνε, αλλά αντιθέτως αποτελούσε ένα καταπιεστικό ολοκληρωτικό σύστημα που βασικά τρομοκρατούσε και εξευτέλιζε τους ανθρώπους.
Αν και ο Ρήγας Φεραίος όπως και το «Εσωτερικό» ήταν συστηματικά επικριτικοί για την ΕΣΣΔ και τους δορυφόρους της, υπήρχε ένα περίεργο πέπλο σιωπής γύρω από τη Ρουμανία του Τσαουσέσκου. Το ΚΚΕ εσωτερικού υποστήριζε σχεδόν ανοικτά τον σύντροφο Τσαουσέσκου, για το καθεστώς του οποίου οι φήμες γίνονταν ολοένα και πιο τρομακτικές. Κάποιοι ρηγάδες που είχαν ζήσει ως φοιτητές στη Ρουμανία μετέφεραν έναν απερίγραπτα τρομακτικό κόσμο, τόσο τρομακτικό και εξευτελιστικό για την ανθρώπινη ύπαρξη, που προκαλούσε όχι απλώς απορία αλλά κυρίως αγανάκτηση το γεγονός πως οι «ανανεωτικοί» του υποτιθέμενου σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο μπορούσαν να διατηρούν σχέσεις με ένα τέτοιο καθεστώς. «Ο Τσαουσέσκου υποστηρίζει το κόμμα ενάντια στο ορθόδοξο Κ.Κ., στέλνει χαρτί για την “Αυγή” και γενικώς βοηθάει», θυμάμαι να λέει απολογητικά κάποιος γνωστός κομματικός παράγοντας όταν το θέμα ετέθη σε κομματική συνεδρίαση. Ηταν ένα σκληρό χτύπημα στον αφελή νεανικό μου ρομαντισμό. Αρκούσε, λοιπόν λίγο χαρτί για να διατηρείς σχέσεις με ένα από τα στυγνότερα καθεστώτα του κόσμου. «Και τότε σε τι διαφέρουμε από τις άλλους;» αναρωτήθηκα φωναχτά. Ποια είναι η διαφορά με το ΚΚΕ, που υποστηρίζει τον άθλιο κομμουνιστή δικτάτορα Γιαρουζέλσκι;
Στη συνέχεια ανακάλυψα, και μέσω της βαθύτερης ενασχόλησής μου με τον κομμουνισμό επιστημονικά, πως μία από τις πλέον διαδεδομένες ιδιότητες της αριστερής ταυτότητας είναι ο κυνισμός. Η ικανότητα δηλαδή να υποστηρίξεις οτιδήποτε, προκειμένου να μην υπονομεύσεις την οργάνωση και τη θέση της. Ο αριστερός κυνισμός επιτρέπει τη διγλωσσία και τον φαρισαϊσμό, οι αξίες ενυπάρχουν για να υπηρετούν το κόμμα και την ιδεολογία του, όχι τον άνθρωπο αυτόν καθεαυτό. Μπορείς να κατηγορείς, για παράδειγμα, την αστυνομία της χώρας σου πως παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα όταν ασκεί υπερβολική βία, αλλά να μη λες κουβέντα για μαζικές δολοφονίες στα φιλικά καθεστώτα. Να επιδιώκεις δήθεν την κοινωνική απελευθέρωση και να εξευτελίζεις εσύ ο ίδιος όποιον άνθρωπο θεωρείς αντίπαλό σου, ακόμη και τον χθεσινό σύντροφό σου. Ο κομμουνισμός μεταμορφώνει τους οπαδούς του από ανιδιοτελείς σε κυνικούς, όπως η Κίρκη τους ανθρώπους σε γουρούνια. Οποιος γοητευόταν από τον κομμουνισμό κινδύνευε από μια τέτοια μετάλλαξη.
Πώς τα θυμήθηκα όλα αυτά θα πείτε; Μα προφανώς την αφορμή μού έδωσαν τα γεγονότα στη Βενεζουέλα και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που με τεράστια πλειοψηφία καταδίκασε την ωμή καταστολή των ειρηνικών διαδηλώσεων από τις δυνάμεις της αστυνομίας και τους παρακρατικούς του καθεστώτος.
Και όμως, οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ, άνθρωποι κατά τ’ άλλα ευαίσθητοι σε θέματα δικαιωμάτων, άνθρωποι με παρελθόν και ενεργό παρουσία στον αντιδικτατορικό αγώνα, δεν τάχθηκαν με την πλειονότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και δεν καταδίκασαν τις αθλιότητες του αυταρχικού καθεστώτος Μαδούρο. Το αντίθετο, υποστηρίζουν ανερυθρίαστα ένα απάνθρωπο καθεστώς. Δεν ξέρω πραγματικά τι να σκεφτώ. Αν το πιστεύουν αυτό που κάνουν κρίμα, πολύ κρίμα, αλλά τουλάχιστον ας το πιστεύουν. Κανείς δεν έχει ανοσία στο λάθος, στην αφέλεια ή στον ιδεολογικό φανατισμό. Αυτό που πραγματικά, δεν θα ήθελα ποτέ να μάθω μια μέρα είναι πως όλα γίνονται πάλι για κάποιο χαρτί, το χαρτί του Μαδούρο.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.
Θα πρέπει να τελείωνα το σχολείο όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι ο κομμουνισμός ήταν μάλλον κάτι διαφορετικό από «sex, drugs and rock & roll», δηλαδή μια ροκ κουλτούρα νεανικής διαμαρτυρίας και απελευθέρωσης. Σταδιακά συνειδητοποιούσα πως όχι μόνο δεν απελευθέρωνε, αλλά αντιθέτως αποτελούσε ένα καταπιεστικό ολοκληρωτικό σύστημα που βασικά τρομοκρατούσε και εξευτέλιζε τους ανθρώπους.
Αν και ο Ρήγας Φεραίος όπως και το «Εσωτερικό» ήταν συστηματικά επικριτικοί για την ΕΣΣΔ και τους δορυφόρους της, υπήρχε ένα περίεργο πέπλο σιωπής γύρω από τη Ρουμανία του Τσαουσέσκου. Το ΚΚΕ εσωτερικού υποστήριζε σχεδόν ανοικτά τον σύντροφο Τσαουσέσκου, για το καθεστώς του οποίου οι φήμες γίνονταν ολοένα και πιο τρομακτικές. Κάποιοι ρηγάδες που είχαν ζήσει ως φοιτητές στη Ρουμανία μετέφεραν έναν απερίγραπτα τρομακτικό κόσμο, τόσο τρομακτικό και εξευτελιστικό για την ανθρώπινη ύπαρξη, που προκαλούσε όχι απλώς απορία αλλά κυρίως αγανάκτηση το γεγονός πως οι «ανανεωτικοί» του υποτιθέμενου σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο μπορούσαν να διατηρούν σχέσεις με ένα τέτοιο καθεστώς. «Ο Τσαουσέσκου υποστηρίζει το κόμμα ενάντια στο ορθόδοξο Κ.Κ., στέλνει χαρτί για την “Αυγή” και γενικώς βοηθάει», θυμάμαι να λέει απολογητικά κάποιος γνωστός κομματικός παράγοντας όταν το θέμα ετέθη σε κομματική συνεδρίαση. Ηταν ένα σκληρό χτύπημα στον αφελή νεανικό μου ρομαντισμό. Αρκούσε, λοιπόν λίγο χαρτί για να διατηρείς σχέσεις με ένα από τα στυγνότερα καθεστώτα του κόσμου. «Και τότε σε τι διαφέρουμε από τις άλλους;» αναρωτήθηκα φωναχτά. Ποια είναι η διαφορά με το ΚΚΕ, που υποστηρίζει τον άθλιο κομμουνιστή δικτάτορα Γιαρουζέλσκι;
Στη συνέχεια ανακάλυψα, και μέσω της βαθύτερης ενασχόλησής μου με τον κομμουνισμό επιστημονικά, πως μία από τις πλέον διαδεδομένες ιδιότητες της αριστερής ταυτότητας είναι ο κυνισμός. Η ικανότητα δηλαδή να υποστηρίξεις οτιδήποτε, προκειμένου να μην υπονομεύσεις την οργάνωση και τη θέση της. Ο αριστερός κυνισμός επιτρέπει τη διγλωσσία και τον φαρισαϊσμό, οι αξίες ενυπάρχουν για να υπηρετούν το κόμμα και την ιδεολογία του, όχι τον άνθρωπο αυτόν καθεαυτό. Μπορείς να κατηγορείς, για παράδειγμα, την αστυνομία της χώρας σου πως παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα όταν ασκεί υπερβολική βία, αλλά να μη λες κουβέντα για μαζικές δολοφονίες στα φιλικά καθεστώτα. Να επιδιώκεις δήθεν την κοινωνική απελευθέρωση και να εξευτελίζεις εσύ ο ίδιος όποιον άνθρωπο θεωρείς αντίπαλό σου, ακόμη και τον χθεσινό σύντροφό σου. Ο κομμουνισμός μεταμορφώνει τους οπαδούς του από ανιδιοτελείς σε κυνικούς, όπως η Κίρκη τους ανθρώπους σε γουρούνια. Οποιος γοητευόταν από τον κομμουνισμό κινδύνευε από μια τέτοια μετάλλαξη.
Πώς τα θυμήθηκα όλα αυτά θα πείτε; Μα προφανώς την αφορμή μού έδωσαν τα γεγονότα στη Βενεζουέλα και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που με τεράστια πλειοψηφία καταδίκασε την ωμή καταστολή των ειρηνικών διαδηλώσεων από τις δυνάμεις της αστυνομίας και τους παρακρατικούς του καθεστώτος.
Και όμως, οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ, άνθρωποι κατά τ’ άλλα ευαίσθητοι σε θέματα δικαιωμάτων, άνθρωποι με παρελθόν και ενεργό παρουσία στον αντιδικτατορικό αγώνα, δεν τάχθηκαν με την πλειονότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και δεν καταδίκασαν τις αθλιότητες του αυταρχικού καθεστώτος Μαδούρο. Το αντίθετο, υποστηρίζουν ανερυθρίαστα ένα απάνθρωπο καθεστώς. Δεν ξέρω πραγματικά τι να σκεφτώ. Αν το πιστεύουν αυτό που κάνουν κρίμα, πολύ κρίμα, αλλά τουλάχιστον ας το πιστεύουν. Κανείς δεν έχει ανοσία στο λάθος, στην αφέλεια ή στον ιδεολογικό φανατισμό. Αυτό που πραγματικά, δεν θα ήθελα ποτέ να μάθω μια μέρα είναι πως όλα γίνονται πάλι για κάποιο χαρτί, το χαρτί του Μαδούρο.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου