Επικίνδυνο «παράθυρο» που μπορεί να οδηγήσει στο μέλλον στην αναγνώριση «τουρκικής μειονότητος» στην Θράκη ανοίγει με την διάταξη
του σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος πού προβλέπει την επίσημη μετάφραση
στην τουρκική γλώσσα των αποφάσεων των Μουφτήδων επί των αστικών υποθέσεων που εμπίπτουν στην δικαιοδοσία τους!
Το σχέδιο Διατάγματος που υπογράφει ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου το
οποίο θα παραμείνει σε δημοσία διαβούλευση μέχρι τις 7 Σεπτεμβρίου,
προβλέπει συγκεκριμένος ότι η απόφαση δύναται κατόπιν σχετικής αίτησης
(των μουσουλμάνων) να μεταφράζεται επίσημα στην αραβική ή την τουρκική γλώσσα από τη Μουφτεία» (άρθρο 11 παρ. 7).
Από
την στιγμή κατά την οποία ή όλη διαδικασία γίνεται στην ελληνική γλώσσα
είναι ακατανόητο για ποιο λόγο θα πρέπει μια ελληνική αρχή (η Μουφτεία)
να εκδίδει τις αποφάσεις της και στην τουρκική.
Η
αναφορά στην αραβική γλώσσα θα μπορούσε να αιτιολογηθεί, διότι τα
αραβικά είναι η γλώσσα του Κορανίου και θεωρητικώς τουλάχιστον ο
θρησκευτικός λειτουργός που καλείται να κρίνει πρέπει να διατυπώνει την
απόφασή του σε αυτήν.
Όμως τα τουρκικά τίνος η γλώσσα είναι;
Ασφαλώς και μια μερίδα της μειονότητος ομιλεί την τουρκική.
Μία άλλη, ίσως και μεγαλύτερη, έχει την πομακική ως μητρική γλώσσα και μια άλλη την αθιγγανική (ρομ).
Για ποιο λόγο αυτές παραγνωρίζονται;
Είναι όλα τα μέλη της μειονότητος τουρκικής καταγωγής; Όχι ασφαλώς!
Κάνουμε την αναφορά αυτή εκ περισσού, διότι το ζήτημα βεβαίως δεν είναι η πομακική ή η αθιγγανική γλώσσα.
Είναι ο ασκός του Αιόλου που ανοίγει με την επίσημη αναγνώριση που δίδεται στην τουρκική.
Δεν πρέπει επίσης να μας διαφεύγει το ακόμη χειρότερο, ότι στο Διάταγμα γίνεται αναφορά και στην «οθωμανική» γλώσσα.
Αναφέρεται συγκεκριμένως στο άρθρο 11 παρ. 3 ότι η απόφαση του Μουφτή «εκδίδεται σε ένα σώμα στην ελληνική και την οθωμανική γλώσσα».
Το εδάφιο αυτό δημιουργεί πρόσθετα ερωτήματα.
Ως
γνωστόν τα οθωμανικά είναι παλαιά τουρκική γλώσσα, μή ομιλουμένη πλέον,
η οποία μαζί με το αλφάβητό της (αραβικό) κατηργήθη από τον Μουσταφά
Κεμάλ με την ίδρυση του νέου τουρκικού κράτους.
Η χρήση σήμερα της τουρκικής γλώσσας, εάν μάλιστα εκληφθεί ως συνέχεια της οθωμανικής, δημιουργεί μια μορφή τετελεσμένου που προοιωνίζεται την αναγνώριση και αυτής ως (δεύτερης σε πρώτη φάση) επισήμου γλώσσας για την Θράκη.
Στο άρθρο 8, σχετικώς προς τις διαδικασίες υποβολής αιτήσεων προς τους Μουφτήδες, αναφέρεται ρητώς:
«Οι
αιτήσεις και τα κάθε είδους έγγραφα που σχετίζονται καθ’ οιονδήποτε
τρόπο με τη διαδικασία ενώπιον του Μουφτή υποβάλλονται στην επίσημη
γλώσσα του Κράτους».
Όλοι γνωρίζουμε ότι η γλώσσα αυτή είναι η ελληνική.
Άλλωστε αυτό διευκρινίζεται και παρακάτω με την αναφορά: «Η συζήτηση διεξάγεται στην επίσημη γλώσσα του Κράτους.
Αν κάποιος από τα μέρη αγνοεί την ελληνική γλώσσα, προσλαμβάνεται διερμηνέας.
Αν πρόκειται για γλώσσα ελάχιστα γνωστή μπορεί να προσληφθεί διερμηνέας του διερμηνέα.
Η κατάθεσή του γράφεται στα πρακτικά σε μετάφραση» (άρθρο 810 παρ. 5).
Πώς
λοιπόν θα πρέπει να ερμηνεύσουμε το γεγονός ότι ενώ ολόκληρη η
διαδικασία διεξάγεται στην ελληνική, στο τέλος η απόφαση μπορεί να
εκδοθεί σε επίσημη μετάφραση στα τουρκικά, την οποία παρέχει η εκδούσα
αρχή, η Μουφτεία εν προκειμένω.
Μήπως σε επόμενη φάση δούμε αναθεωρήσεις που θα εισάγουν την τουρκική γλώσσα και σε άλλες φάσεις τής διαδικασίας;
Το ζήτημα είναι πολύ λεπτό και απαιτεί προσεκτικούς χειρισμούς.
Αρκετές περιπλοκές θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί εάν δεν εγίνετο ειδική αναφορά στην τουρκική γλώσσα.
Για όλα τα επίσημα έγγραφα προβλέπεται διαδικασία μεταφράσεώς τους σε άλλες γλώσσες.
Σε αυτές περιλαμβάνεται ούτως ή άλλως η τουρκική, οπότε αν κάποιος ήθελε ένα έγγραφο σε αυτήν δεν θα δυσκολεύετο να το έχει.
Η ειδική αναφορά του διατάγματος τι εξυπηρετεί λοιπόν;
Φοβούμεθα ότι εξυπηρετεί μόνον ανίερες σκοπιμότητες, την πλήρη έκταση των οποίων ακόμη δεν μπορούμε να προβλέψουμε.
Σε
συνδυασμό με την επικείμενη τοποθέτηση νέων Μουφτήδων και ενώ ήδη τα
διοικητικά-δικαστικά καθήκοντα στην Ξάνθη και την Κομοτηνή έχουν
ανατεθεί στους τοποτηρητές, η Θράκη αντιμετωπίζει μια κατάσταση που
εμπεριέχει το σπέρμα της αστάθειας.
Και τούτο εξυπηρετεί αποκλειστικώς τους σκοπούς του τουρκικού Προξενείου, το οποίο έχει αφεθεί ασύδοτο, στην προσπάθειά του να χειραγωγήσει μεγάλος μέρος της μειονότητος.
Στο
Υπουργείο Εξωτερικών και σε ολόκληρη την δημόσια διοίκηση υπάρχουν
αξιόλογοι λειτουργοί που έχουν γνώση των δεδομένων της Θράκης και της
πραγματικής καταστάσεως της μειονότητος.
Επειδή
το Προεδρικό Διάταγμα-σκάνδαλο ευρίσκεται ακόμη στην φάση της
διαβουλεύσεως, υπάρχει χρόνος για να αποτραπεί η εθνική ζημία.
Τον
προηγούμενο μήνα, με τροπολογία η κυβέρνηση προχώρησε και στην
«αποκαθήλωση» των νόμιμων μουφτήδων της μουσουλμανικής μειονότητας της
Θράκης, ικανοποιώντας ουσιαστικά ένα πάγιο αίτημα της Άγκυρας.
Ως
γνωστόν στις αρχές του μήνα ο κ Γαβρόγλου είχε προσκαλέσει τον μουφτή
Ξάνθης στην Αθήνα για τον ενημερώσει γύρω από την απόφαση της κυβέρνησης
και δια της παρουσίας του διπλωματικού συμβούλου του πρωθυπουργού
κυρίου Καλπαδάκη ζητήθηκε η παραίτηση του μουφτή Ξάνθης και εν συνεχεία
του μουφτή Κομοτηνής ώστε να υλοποιηθεί απρόσκοπτα ο όλος σχεδιασμός.
Μετά
την άρνηση όμως του κυρίου Σινίκογλου προφανώς μπήκε μπροστά άλλο
σχέδιο για να καταλήξουν την ημέρα που η Βουλή κλείνει για τις θερινές
διακοπές να προτείνουν την… συνταξιοδότησή τους και άρα την αποπομπή
τους με ένα θεωρητικά εύλογο επιχείρημα.
Γεγονός
που καταδεικνύει και την πρόθεση από πλευράς της κυβέρνησης να
τελειώνει μία και καλή με τους νόμιμους μουφτήδες ώστε να ανοίξει
διάπλατα ο δρόμος για την εκλογή των μουφτήδων χωρίς ωστόσο ακόμη να
έχει οριστεί το εκλεκτορικό σώμα.
Τελικά η κυβέρνηση επέλεξε να τους παύσει μέσω… αναγκαστικής συνταξιοδότησης, ορίζοντας
πλέον πως οι εκάστοτε επικεφαλής των τριών Μουφτειών Ξάνθης, Κομοτηνής
και Διδυμοτείχου αποχωρούν υποχρεωτικά από τη θέση τους, με τη
συμπλήρωση του 67ου έτος της ηλικίας τους, όπως συμβαίνει ουσιαστικά με
τους… δικαστικούς.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου